τούτων γάρ ὄνομα μόνον κοινόν, ὁ δέ κατά τοὔνομα λόγος τῆς οὐσίας ἕτερος → though they have a common name, the definition corresponding with the name differs for each (Aristotle, Categoriae 1a3-4)
(3) |
(No difference)
|
λωβάομαι, ὑπορύσσω, ὑπορύττω, καταμαραίνω, ταριχεύω, κατατρύχω, τείρω, κατατρύω, κατισχναίνω, τρύω, καταπονέω, ἐξαλαπάζω, διαλύω, τρίβω, τήκω, τάκω, λεπτύνω, συντήκω, ἰσχναίνω, τρύχω, τρυχόω, ἀποτρύω, καταξαίνω