прибавлять: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾿ ἄλλων τῶν νοσηματικῶν ἧττον μετέχουσιν αἱ γυναῖκες → apart from this one, women are less troubled by maladies
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἐπενδίδωμι]], [[προσεπιτίθημι]], [[περιτίθημι]], [[ἐπανατίθημι]], [[κορυφόω]], [[προσπλάσσω]], [[προσπλάττω]], [[ποτιπλάσσω]], [[προσκαταριθμέω]], [[προσλαμβάνω]], [[προσδίδωμι]] | |rueltext=[[προστίθημι]], [[ἐπιτίθημι]], [[ἐπορέγομαι]], [[ἐπενδίδωμι]], [[προσεπιτίθημι]], [[περιτίθημι]], [[ἐπανατίθημι]], [[κορυφόω]], [[προσπλάσσω]], [[προσπλάττω]], [[ποτιπλάσσω]], [[προσκαταριθμέω]], [[προσλαμβάνω]], [[προσδίδωμι]], [[ἐπιμετρέω]], [[ἐπιβάλλω]], [[ὀπάζω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:30, 15 October 2019
Russian > Greek
προστίθημι, ἐπιτίθημι, ἐπορέγομαι, ἐπενδίδωμι, προσεπιτίθημι, περιτίθημι, ἐπανατίθημι, κορυφόω, προσπλάσσω, προσπλάττω, ποτιπλάσσω, προσκαταριθμέω, προσλαμβάνω, προσδίδωμι, ἐπιμετρέω, ἐπιβάλλω, ὀπάζω