прилаживать: Difference between revisions
From LSJ
Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection
(5) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἐπιτίθημι]], [[ἀραρίσκω]], [[περιπήγνυμι]], [[περιπηγνύω]], [[ἐνάπτω]], [[ἁρμόζω]], [[ἁρμόττω]], [[ἁρμόσδω]], [[προσποιέω]], [[ἐναραρίσκω]], [[ἐφαρμόζω]], [[ἐφαρμόττω]], [[ἐφαρμόσδω]], [[κατακοσμέω]], [[προσάπτω]], [[προτιάπτω]], [[καθαρμόζω]], [[καταρμόζω]], [[συναρμόζω]], [[συναρμόττω]], [[ἐπαραρίσκω]], [[προσαρμόζω]], [[προσαρμόττω]], [[ἐπαρτύω]], [[περιαρμόζω]], [[προσαραρίσκω]], [[προσαρτάω]], [[προσστέλλω]], [[ἀκριβόω]] | |rueltext=[[ἀρτύνω]], [[ἐπιτίθημι]], [[ἀραρίσκω]], [[περιπήγνυμι]], [[περιπηγνύω]], [[ἐνάπτω]], [[ἁρμόζω]], [[ἁρμόττω]], [[ἁρμόσδω]], [[προσποιέω]], [[ἐναραρίσκω]], [[ἐφαρμόζω]], [[ἐφαρμόττω]], [[ἐφαρμόσδω]], [[κατακοσμέω]], [[προσάπτω]], [[προτιάπτω]], [[καθαρμόζω]], [[καταρμόζω]], [[συναρμόζω]], [[συναρμόττω]], [[ἐπαραρίσκω]], [[προσαρμόζω]], [[προσαρμόττω]], [[ἐπαρτύω]], [[περιαρμόζω]], [[προσαραρίσκω]], [[προσαρτάω]], [[προσστέλλω]], [[ἀκριβόω]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 10:00, 15 October 2019
Russian > Greek
ἀρτύνω, ἐπιτίθημι, ἀραρίσκω, περιπήγνυμι, περιπηγνύω, ἐνάπτω, ἁρμόζω, ἁρμόττω, ἁρμόσδω, προσποιέω, ἐναραρίσκω, ἐφαρμόζω, ἐφαρμόττω, ἐφαρμόσδω, κατακοσμέω, προσάπτω, προτιάπτω, καθαρμόζω, καταρμόζω, συναρμόζω, συναρμόττω, ἐπαραρίσκω, προσαρμόζω, προσαρμόττω, ἐπαρτύω, περιαρμόζω, προσαραρίσκω, προσαρτάω, προσστέλλω, ἀκριβόω