тщательно: Difference between revisions
From LSJ
Ἀδώνι' ἄγομεν καὶ τὸν Ἄδωνιν κλᾴομεν → We conduct the rites of Adonis, we weep for Adonis (Pherecrates, fr. 170)
(7) |
m (Text replacement - "]] ;;" to "]],") |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἀνακῶς]], [[ἐπιστρεφῶς]], [[ἐπιστρεφέως]], [[μεμελημένως]], [[πύκα]], [[ἀργυραμοιβικῶς]], [[ἁρμοστῶς]], [[θεραπευτικῶς]], [[ἐπιστατικῶς]], [[διηυκρινημένως]], [[σκεθρῶς]], [[ἐξεταστικῶς]], [[κεκριμένως]], [[ἐξειργασμένως]], [[συγκεκροτημένως]], [[σπουδαίως]] | |rueltext=[[ἀνακῶς]], [[ἐπιστρεφῶς]], [[ἐπιστρεφέως]], [[μεμελημένως]], [[πύκα]], [[ἀργυραμοιβικῶς]], [[ἁρμοστῶς]], [[θεραπευτικῶς]], [[ἐπιστατικῶς]], [[διηυκρινημένως]], [[σκεθρῶς]], [[ἐξεταστικῶς]], [[κεκριμένως]], [[ἐξειργασμένως]], [[συγκεκροτημένως]], [[σπουδαίως]], [[ἰσχυρῶς]], [[σφόδρα]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 18:40, 18 October 2019
Russian > Greek
ἀνακῶς, ἐπιστρεφῶς, ἐπιστρεφέως, μεμελημένως, πύκα, ἀργυραμοιβικῶς, ἁρμοστῶς, θεραπευτικῶς, ἐπιστατικῶς, διηυκρινημένως, σκεθρῶς, ἐξεταστικῶς, κεκριμένως, ἐξειργασμένως, συγκεκροτημένως, σπουδαίως, ἰσχυρῶς, σφόδρα