αμπελοκαλλιέργεια: Difference between revisions

From LSJ

συνετῶν μὲν ἀνδρῶν, πρὶν γενέσθαι τὰ δυσχερῆ, προνοῆσαι ὅπως μὴ γένηται· ἀνδρείων δέ, γενόμενα εὖ θέσθαι → it is the part of prudent men, before difficulties arise, to provide against their arising; and of courageous men to deal with them when they have arisen

Source
(3)
 
m (Text replacement - "ΕΤΥΜΟΛ." to "ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η<br />η [[καλλιέργεια]] του αμπελιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμπελος]] <span style="color: red;">+</span> [[καλλιέργεια]]. Η [[λέξη]] πρωτοεμφανίζεται [[περί]] το 1895 στην [[εφημερίδα]] «Αιών»].
|mltxt=η<br />η [[καλλιέργεια]] του αμπελιού.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[άμπελος]] <span style="color: red;">+</span> [[καλλιέργεια]]. Η [[λέξη]] πρωτοεμφανίζεται [[περί]] το 1895 στην [[εφημερίδα]] «Αιών»].
}}
}}

Latest revision as of 23:25, 29 December 2020

Greek Monolingual

η
η καλλιέργεια του αμπελιού.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < άμπελος + καλλιέργεια. Η λέξη πρωτοεμφανίζεται περί το 1895 στην εφημερίδα «Αιών»].