Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀλφιτεία: Difference between revisions

From LSJ

Τερπνὸν κακὸν πέφυκεν ἀνθρώποις γυνή → Malum viris est mulier, at dulce est malum → Ein angenehmes Übel ist dem Mann die Frau

Menander, Monostichoi, 493
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[\[(\w+)\]\]\]" to "($1)")
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ἀλφίτεια, η [[[ἀλφιτεύς]]]<br />στη Μυκηναϊκή η [[λέξη]] απαντά σε [[πινακίδα]] από την Πύλο και δηλώνει γυναικείο [[επάγγελμα]]<br />σημαίνει πιθανότατα ό,τι και το ἀλφιτεὺς ([[μυλωνάς]]), του οποίου [[είναι]] το αντίστοιχο θηλυκό ([[δοτική]] ενικού <i>a</i>-<i>pi</i>-<i>te</i>-<i>ja</i>).
|mltxt=ἀλφίτεια, η ([[ἀλφιτεύς]])<br />στη Μυκηναϊκή η [[λέξη]] απαντά σε [[πινακίδα]] από την Πύλο και δηλώνει γυναικείο [[επάγγελμα]]<br />σημαίνει πιθανότατα ό,τι και το ἀλφιτεὺς ([[μυλωνάς]]), του οποίου [[είναι]] το αντίστοιχο θηλυκό ([[δοτική]] ενικού <i>a</i>-<i>pi</i>-<i>te</i>-<i>ja</i>).
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀλφιτεία]], η (Α) [[ἀλφιτεύω]]<br />η [[αλφιτοποιία]].
|mltxt=[[ἀλφιτεία]], η (Α) [[ἀλφιτεύω]]<br />η [[αλφιτοποιία]].
}}
}}

Revision as of 10:55, 10 January 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτεία Medium diacritics: ἀλφιτεία Low diacritics: αλφιτεία Capitals: ΑΛΦΙΤΕΙΑ
Transliteration A: alphiteía Transliteration B: alphiteia Transliteration C: alfiteia Beta Code: a)lfitei/a

English (LSJ)

ἡ, A preparing of ἄλφιτα, Hyp.Fr.225 (ἀλφίτια codd. Poll.), Poll.7.18.

German (Pape)

[Seite 112] ἡ, Gerstengraupenbereitung, Poll. 7, 18.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτεία: ἡ, ἀλφιτοποιΐα, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. 6. 37, πρβλ. 7. 18: - ἀλφῐτεῖον, τό, μύλος πρὸς ἄλεσιν ἀλφίτων, Πολυδ. 3. 78., 7. 19, Α. Β. 261: - ἀλφῐτεύς, έως, ὁ, μυλωθρὸς ἀλέθων κριθάς, Πολυδ. 7. 18. - ἀλφῐτεύω = ἀλέθω κριθάς· ἴδε ἐν λ. ἀλφηστεύω.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
préparation de la farine.
Étymologie: ἀλφιτεύς.

Spanish (DGE)

(ἀλφῐτεία) -ας, ἡ
fabricación de harina de cebada Hyp.Fr.225, Poll.7.18. • DMic.: a-pi-te-ja (?).

Greek Monolingual

ἀλφίτεια, η (ἀλφιτεύς)
στη Μυκηναϊκή η λέξη απαντά σε πινακίδα από την Πύλο και δηλώνει γυναικείο επάγγελμα
σημαίνει πιθανότατα ό,τι και το ἀλφιτεὺς (μυλωνάς), του οποίου είναι το αντίστοιχο θηλυκό (δοτική ενικού a-pi-te-ja).

Greek Monolingual

ἀλφιτεία, η (Α) ἀλφιτεύω
η αλφιτοποιία.