κισσοστεφής: Difference between revisions
From LSJ
οὗ δ' ἂν Ἔρως μὴ ἐφάψηται, σκοτεινός → he on whom Love has laid no hold is obscure | he whom Love touches not walks in darkness
(1ba) |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=kissostefis | |Transliteration C=kissostefis | ||
|Beta Code=kissostefh/s | |Beta Code=kissostefh/s | ||
|Definition=ές, = | |Definition=ές, = [[κισσοστέφανος]] ([[ivy-crowned]]), Anacreont. 46.5 ; κιττ-, Alciphr. 3.48. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 16:32, 22 January 2021
English (LSJ)
ές, = κισσοστέφανος (ivy-crowned), Anacreont. 46.5 ; κιττ-, Alciphr. 3.48.
German (Pape)
[Seite 1443] ές, mit Epheu gekränzt; Anacr. 46, 5; Alciphr. 3, 48.
Greek (Liddell-Scott)
κισσοστεφής: -ές, = τῷ προηγ., Ἀνακρ. 49. 5· κιττ-, Ἀλκίφρ. 3. 48.
Greek Monolingual
-ές (Α κισσοστεφής και κιττοστεφής, -ές)
στεφανωμένος με κισσό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κισσός + -στεφής (< στέφος), πρβλ. πυρι-στεφής, ροδο-στεφής].
Greek Monotonic
κισσοστεφής: -ές (στέφω), = το προηγ., σε Ανακρεόν.
Russian (Dvoretsky)
κισσοστεφής: Anacr. = κισσοστέφανος.