καθυπερηφανία: Difference between revisions
From LSJ
ἀγεωμέτρητος μηδεὶς εἰσίτω → no one ignorant of geometry may enter, let no one ignorant of geometry enter, let no one ignorant of geometry come in
(18) |
m (LSJ2 replacement) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{LSJ2 | |||
|Full diacritics=καθυπερηφανία | |||
|Medium diacritics=καθυπερηφανία | |||
|Low diacritics=καθυπερηφανία | |||
|Capitals=ΚΑΘΥΠΕΡΗΦΑΝΙΑ | |||
|Transliteration A=kathyperēphanía | |||
|Transliteration B=kathyperēphania | |||
|Transliteration C=kathyperifania | |||
|Beta Code=kaquperhfani/a | |||
|Definition=v. [[καθυπερηφανέω]]. | |||
}} | |||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''καθυπερηφανία''': ἡ, ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ [[ὑπερηφανία]], Φιλόδ. π. κακιῶν 16. 5, Sauppe. | |lstext='''καθυπερηφανία''': ἡ, ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ [[ὑπερηφανία]], Φιλόδ. π. κακιῶν 16. 5, Sauppe. |
Latest revision as of 10:46, 31 January 2021
English (LSJ)
v. καθυπερηφανέω.
Greek (Liddell-Scott)
καθυπερηφανία: ἡ, ἐπιτεταμ. ἀντὶ τοῦ ὑπερηφανία, Φιλόδ. π. κακιῶν 16. 5, Sauppe.
Greek Monolingual
καθυπερηφανία, ἡ (Α)
(επιτατ. του υπερηφανία) μεγάλη περηφάνεια.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α) - + ὑπερηφανία < ὑπερήφανος.