ὑπερθεματισμός: Difference between revisions

From LSJ

ῥᾴδιον φθείρειν φαρμακεύσεσιν ἢ ἀποτροπαῖς ἢ καὶ κλοπαῖς → easy to spoil by means of sorcery or diverting or theft

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "Gloss" to "Gloss")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=yperthematismos
|Transliteration C=yperthematismos
|Beta Code=u(perqematismo/s
|Beta Code=u(perqematismo/s
|Definition=ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[overbidding]], [[Gloss]]., Charis. p.553K.</span>
|Definition=ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[overbidding]], Gloss., Charis. p.553K.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 19:27, 2 February 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑπερθεμᾰτισμός Medium diacritics: ὑπερθεματισμός Low diacritics: υπερθεματισμός Capitals: ΥΠΕΡΘΕΜΑΤΙΣΜΟΣ
Transliteration A: hyperthematismós Transliteration B: hyperthematismos Transliteration C: yperthematismos Beta Code: u(perqematismo/s

English (LSJ)

ὁ, A overbidding, Gloss., Charis. p.553K.

German (Pape)

[Seite 1196] ὁ, das Überbieten, Sp.

Greek Monolingual

ο / ὑπερθεματισμός, ΝΜ ὑπερθεματίζω
η ενέργεια και το αποτέλεσμα του υπερθεματίζω, η προσφορά υψηλότερης τιμής σε πλειστηριασμό, πλειοδοσία
νεοελλ.
1. (νομ.) έγγραφο αγοραπωλησίας με το οποίο οι συναλλασσόμενοι επιφυλάσσονται να θεωρήσουν την αγοραπωλησία σαν να μην έγινε στην περίπτωση που θα παρουσιαστεί κάποιος τρίτος με καλύτερους όρους
2. μτφ. κάθε είδους υπερβολή
μσν.
πέρασμα πέρα από τα όρια της επαρχίας.