ἀφήγησις: Difference between revisions
Γυναῖκα θάπτειν κρεῖσσόν ἐστιν ἢ γαμεῖν → Sepelire satius feminam quam ducere → Ein Weib bestatten, besser ist's als heiraten
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />") |
||
Line 20: | Line 20: | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-εως, ἡ | |dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> jón. [[ἀπήγησις]], -ιος Hdt.2.70, 3.125<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[narración]] ἀξιωτάτη ἀπηγήσιος Hdt.2.70, οὐκ ἀξίως ἀπηγήσιος Hdt.3.125, cf. 5.65, ἐν ἱστορίας ἀφηγήσει D.H.2.7, τῶν πραχθέντων ἀ. Luc.<i>Hist.Cons</i>.30, πιστότεροι ἔδοξαν ἐς τὴν ἀφήγησιν Arr.<i>An</i>.proem.2, cf. <i>An</i>.4.14.3, Aristid.<i>Or</i>.1.213, Hermog.<i>Id</i>.1.1 (p.219), 2.1, πράξεων παλαιῶν ἀφήγησιν ποιουμένοις Aristid.Quint.3.23, τὴν ἀφήγησιν ἑτέρῳ πρότερον ἐκπεπονημένην Agath.4.26.4, ἐς ἀφήγησιν εἴρηται Eun.<i>VS</i> 482.<br /><b class="num">2</b> [[informe]], [[presentación]] μετὰ τοῦ λόγου τοῦ ἐπιμηνίου τὴν ἀπήγησιν <i>SIG</i> 578.54 (Teos II a.C.).<br /><b class="num">3</b> gram. [[significación]] A.D.<i>Synt</i>.12.2, 44.21.<br /><b class="num">II</b> <b class="num">1</b>[[gestión]], [[conducción]] [[δραστήριος]] ἀνὴρ ἐν ἀφηγήσει πραγμάτων I.<i>BI</i> 1.226.<br /><b class="num">2</b> [[primacía]] μεταστήσεται δὲ ἡ ἀ. εἰς τετράγωνον Iambl.<i>in Nic</i>.p.102. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 10:40, 20 July 2021
English (LSJ)
εως, Ion. ἀπήγ-, ιος, ἡ, A narration, ἀξιωτάτη ἀπηγήσιος worth telling, Hdt.2.70; οὐκ ἀξίως ἀ. in a way not fit to be told, Id.3.125; ἱστορίας D.H.2.7; πραγμάτων J. BJ1.11.4, cf. Arr.An.Prooem.2, Luc.Hist.Conscr.30, Aristid.1.154J., Hermog.Id.1.1, al.; report, SIG578.54 (Teos, ii B.C.).
German (Pape)
[Seite 409] ἡ, ion. ἀπήγησις, Erzählung, Her. 2, 70. 3, 24 u. öfter; Luc. Qu. Hist. 30.
Greek (Liddell-Scott)
ἀφήγησις: Ἰων. ἀπήγησις -εως, ἡ, διήγησις, ἀξιωτάτη ἀπηγήσιος, δηλ. ἀξιωτάτη διηγήσεως, Ἡρόδ. 2. 70· οὐκ ἀξίως ἀπηγήσιος, κατὰ τρόπον ἀνάξιον διηγήσεως, ὁ αὐτ. 3. 125.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
récit, narration.
Étymologie: ἀφηγέομαι.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
• Alolema(s): jón. ἀπήγησις, -ιος Hdt.2.70, 3.125
I 1narración ἀξιωτάτη ἀπηγήσιος Hdt.2.70, οὐκ ἀξίως ἀπηγήσιος Hdt.3.125, cf. 5.65, ἐν ἱστορίας ἀφηγήσει D.H.2.7, τῶν πραχθέντων ἀ. Luc.Hist.Cons.30, πιστότεροι ἔδοξαν ἐς τὴν ἀφήγησιν Arr.An.proem.2, cf. An.4.14.3, Aristid.Or.1.213, Hermog.Id.1.1 (p.219), 2.1, πράξεων παλαιῶν ἀφήγησιν ποιουμένοις Aristid.Quint.3.23, τὴν ἀφήγησιν ἑτέρῳ πρότερον ἐκπεπονημένην Agath.4.26.4, ἐς ἀφήγησιν εἴρηται Eun.VS 482.
2 informe, presentación μετὰ τοῦ λόγου τοῦ ἐπιμηνίου τὴν ἀπήγησιν SIG 578.54 (Teos II a.C.).
3 gram. significación A.D.Synt.12.2, 44.21.
II 1gestión, conducción δραστήριος ἀνὴρ ἐν ἀφηγήσει πραγμάτων I.BI 1.226.
2 primacía μεταστήσεται δὲ ἡ ἀ. εἰς τετράγωνον Iambl.in Nic.p.102.
Greek Monotonic
ἀφήγησις: Ιων. ἀπηγ-, -εως, Ιων. -ιος, ἡ, εξιστόρηση, αφήγηση, ἄξιον ἀπηγήσιος, άξιο εξιστόρησης, σε Ηρόδ.
Russian (Dvoretsky)
ἀφήγησις: εως, ион. ἀπήγησις, ιως ἡ Her., Luc. = ἀφήγημα.
Middle Liddell
[From ἀφηγέομαι
a telling, narrating, ἄξιον ἀπηγήσιος worth telling, Hdt.