εὐθυγενής: Difference between revisions
From LSJ
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b class="b3">(\w+)<\/b>" to "$1") |
|||
Line 11: | Line 11: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[εὐθυγενής]], -ές (ΑΜ)<br /><b>1.</b> ο [[πρωτότοκος]]<br /><b>2.</b> ο [[νεογέννητος]]<br /><b>3.</b> (για βλαστούς) αυτός που αναπτύσσεται κανονικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευθυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γενής</i> <span style="color: red;"><</span> [[γένος]] ( | |mltxt=[[εὐθυγενής]], -ές (ΑΜ)<br /><b>1.</b> ο [[πρωτότοκος]]<br /><b>2.</b> ο [[νεογέννητος]]<br /><b>3.</b> (για βλαστούς) αυτός που αναπτύσσεται κανονικά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ευθυ</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>γενής</i> <span style="color: red;"><</span> [[γένος]] ([[πρβλ]]. <i>α</i>-<i>γενής</i>, <i>ευ</i>-<i>γεννής</i>)]. | ||
}} | }} |
Revision as of 09:10, 23 August 2021
English (LSJ)
prob. f.l. for -τενής in Suid., Phot.
Greek Monolingual
εὐθυγενής, -ές (ΑΜ)
1. ο πρωτότοκος
2. ο νεογέννητος
3. (για βλαστούς) αυτός που αναπτύσσεται κανονικά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ευθυ- + -γενής < γένος (πρβλ. α-γενής, ευ-γεννής)].