ιρόχθων: Difference between revisions

From LSJ

Φίλιππον ἐπιστῆσαι τοῖς πράγμασι τούτοις → let Philip have a hand in the business, surrender control to Philip

Source
(18)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἱρόχθων]], ό, ἡ (Α)<br /><b>επιγρ.</b> αυτός που ανήκει σε [[ιερή]] γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[χθων]] (<span style="color: red;"><</span> [[χθών]], <i>χθονός</i>), <b>[[πρβλ]].</b> <i>ιππό</i>-[[χθων]], <i>πλουτό</i>-[[χθων]]].
|mltxt=[[ἱρόχθων]], ό, ἡ (Α)<br /><b>επιγρ.</b> αυτός που ανήκει σε [[ιερή]] γη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ἱρο</i>- <span style="color: red;">+</span> -[[χθων]] (<span style="color: red;"><</span> [[χθών]], <i>χθονός</i>), [[πρβλ]]. <i>ιππό</i>-[[χθων]], <i>πλουτό</i>-[[χθων]]].
}}
}}

Revision as of 10:00, 23 August 2021

Greek Monolingual

ἱρόχθων, ό, ἡ (Α)
επιγρ. αυτός που ανήκει σε ιερή γη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἱρο- + -χθων (< χθών, χθονός), πρβλ. ιππό-χθων, πλουτό-χθων].