κνισοδιώκτης: Difference between revisions
From LSJ
βωμὸν Ἀριστοτέλης ἱδρύσατο τόνδε Πλάτωνος, ἀνδρὸς ὃν οὐδ' αἰνεῖν τοῖσι κακοῖσι θέμις → Aristotle had this altar of Plato set up — Plato, a man whom the wicked dare not even mention in praise
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κνισοδιώκτης]], ὁ (Α)<br />(κωμική [[ονομασία]] μύγας) αυτός που επιζητεί το [[λίπος]] <b>(Βατραχομ.)</b><br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κνῖσα]] <span style="color: red;">+</span> [[διώκτης]] ( | |mltxt=[[κνισοδιώκτης]], ὁ (Α)<br />(κωμική [[ονομασία]] μύγας) αυτός που επιζητεί το [[λίπος]] <b>(Βατραχομ.)</b><br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[κνῖσα]] <span style="color: red;">+</span> [[διώκτης]] ([[πρβλ]]. <i>ιππο</i>-[[διώκτης]], <i>ληστο</i>-[[διώκτης]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:35, 23 August 2021
English (LSJ)
ου, ὁ, A Fat-hunter, name of a mouse, v.l. Batr. 232.
Greek (Liddell-Scott)
κνῑσοδῐώκτης: -ου, ὁ, ὁ διώκων, ἐπιζητῶν λίπος, ὄνομα μυὸς ἐν Βατραχομ. 235.
Greek Monolingual
κνισοδιώκτης, ὁ (Α)
(κωμική ονομασία μύγας) αυτός που επιζητεί το λίπος (Βατραχομ.)
[ΕΤΥΜΟΛ. < κνῖσα + διώκτης (πρβλ. ιππο-διώκτης, ληστο-διώκτης)].