Ἰνδολέτης: Difference between revisions
From LSJ
οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[Ἰνδολέτης]], ὁ (Α)<br />(ως επίθ. του Διονύσου) αυτός που εξολόθρευσε τους Ινδούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Ἰνδός]] <span style="color: red;">+</span> -[[ὀλέτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[ὀλέτης]] <span style="color: red;"><</span> [[ὄλλυμι]] «[[καταστρέφω]], [[χάνω]]»), | |mltxt=[[Ἰνδολέτης]], ὁ (Α)<br />(ως επίθ. του Διονύσου) αυτός που εξολόθρευσε τους Ινδούς.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Ἰνδός]] <span style="color: red;">+</span> -[[ὀλέτης]] (<span style="color: red;"><</span> [[ὀλέτης]] <span style="color: red;"><</span> [[ὄλλυμι]] «[[καταστρέφω]], [[χάνω]]»), [[πρβλ]]. <i>ανδρ</i>-[[ολέτης]], <i>θηρ</i>-[[ολέτης]]]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm |
Revision as of 16:20, 23 August 2021
English (LSJ)
ου, ὁ, A Indian-killer, of Dionysus, AP9.524.
French (Bailly abrégé)
ου (ὁ) :
vainqueur de l’Inde.
Étymologie: Ἰνδός, ὄλλυμι.
Greek Monolingual
Ἰνδολέτης, ὁ (Α)
(ως επίθ. του Διονύσου) αυτός που εξολόθρευσε τους Ινδούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Ἰνδός + -ὀλέτης (< ὀλέτης < ὄλλυμι «καταστρέφω, χάνω»), πρβλ. ανδρ-ολέτης, θηρ-ολέτης].
Greek Monotonic
Ἰνδολέτης: -ου, ὁ (ὀλέσαι), αυτός που σκοτώνει, που καταστρέφει τους Ινδούς, επίθ. του Βάκχου, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
Ἰνδολέτης: ου ὁ разрушитель, т. е. покоритель Индии (эпитет Диониса-Вакха) Anth.