λιμνομάχης: Difference between revisions

From LSJ

Περὶ τοῦ ἐπέκεινα τοῦ νοῦ κατὰ μὲν νόησιν πολλὰ λέγεται, θεωρεῖται δὲ ἀνοησίᾳ κρείττονι νοήσεως → On the subject of that which is beyond intellect, many statements are made on the basis of intellection, but it may be immediately cognised only by means of a non-intellection superior to intellection

Porphyry, Sententiae, 25
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λιμνομάχης]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> ο [[υποψήφιος]] [[κατά]] τους αγώνες που γίνονταν στο [[Λήναιον]], [[δίπλα]] στην [[Ακρόπολη]] τών Αθηνών, στην [[περιοχή]] [[Λίμναι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Λίμναι]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάχης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μάχομαι]]), [[πρβλ]]. <i>θηριο</i>-<i>μάχης</i>, <i>μονο</i>-<i>μάχης</i>].
|mltxt=[[λιμνομάχης]], ὁ (Α)<br /><i>([[κατά]] τον <b>Ησύχ.</b>)</i> ο [[υποψήφιος]] [[κατά]] τους αγώνες που γίνονταν στο [[Λήναιον]], [[δίπλα]] στην [[Ακρόπολη]] τών Αθηνών, στην [[περιοχή]] [[Λίμναι]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[Λίμναι]] <span style="color: red;">+</span> -<i>μάχης</i> (<span style="color: red;"><</span> [[μάχομαι]]), [[πρβλ]]. [[θηριομάχης]], [[μονομάχης]]].
}}
}}

Revision as of 18:50, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λιμνομάχης Medium diacritics: λιμνομάχης Low diacritics: λιμνομάχης Capitals: ΛΙΜΝΟΜΑΧΗΣ
Transliteration A: limnomáchēs Transliteration B: limnomachēs Transliteration C: limnomachis Beta Code: limnoma/xhs

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ, A candidate for the prize at the Lenaea, v. λίμνη 11.1, Hsch.

German (Pape)

[Seite 48] bei den Spielen in den λίμναι (s. nom. pr.) Kämpfender, Hesych.

Greek Monolingual

λιμνομάχης, ὁ (Α)
(κατά τον Ησύχ.) ο υποψήφιος κατά τους αγώνες που γίνονταν στο Λήναιον, δίπλα στην Ακρόπολη τών Αθηνών, στην περιοχή Λίμναι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Λίμναι + -μάχης (< μάχομαι), πρβλ. θηριομάχης, μονομάχης].