μηλοβαφής: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία → and peace on earth and good will to men, and peace on earth and good will to all

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)" to "πρβλ. $3$5, $8$10")
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[μηλοβαφής]], -ές (Α)<br />[[βαμμένος]] με κίτρινο [[χρώμα]], όπως [[είναι]] το [[χρώμα]] τών κυδωνιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>βαφής</i> (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>βαφ</i>-, [[πρβλ]]. [[βαφή]] του [[βάπτω]]), [[πρβλ]]. <i>θαλασσο</i>-<i>βαφής</i>, <i>χρυσο</i>-<i>βαφής</i>].
|mltxt=[[μηλοβαφής]], -ές (Α)<br />[[βαμμένος]] με κίτρινο [[χρώμα]], όπως [[είναι]] το [[χρώμα]] τών κυδωνιών.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[μῆλον]] (Ι) <span style="color: red;">+</span> -<i>βαφής</i> (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>βαφ</i>-, [[πρβλ]]. [[βαφή]] του [[βάπτω]]), [[πρβλ]]. [[θαλασσοβαφής]], [[χρυσοβαφής]]].
}}
}}

Revision as of 19:10, 23 August 2021

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μηλοβᾰφής Medium diacritics: μηλοβαφής Low diacritics: μηλοβαφής Capitals: ΜΗΛΟΒΑΦΗΣ
Transliteration A: mēlobaphḗs Transliteration B: mēlobaphēs Transliteration C: milovafis Beta Code: mhlobafh/s

English (LSJ)

ές, A coloured a quince-yellow, (λίθοι) Ph.Byz.Mir.2.

German (Pape)

[Seite 172] ές, quittengelb gefärbt, Philo.

Greek (Liddell-Scott)

μηλοβᾰφής: -ές, βεβαμμένος μὲ χρῶμα κίτρινον οἷον τὸ τῶν κυδωνίων, Φίλων Βυζ. περὶ τῶν Ζ΄ θαυμάτ. 2.

Greek Monolingual

μηλοβαφής, -ές (Α)
βαμμένος με κίτρινο χρώμα, όπως είναι το χρώμα τών κυδωνιών.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μῆλον (Ι) + -βαφής (< θ. βαφ-, πρβλ. βαφή του βάπτω), πρβλ. θαλασσοβαφής, χρυσοβαφής].