ὑπότριτος: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - " 2/3" to " ⅔") |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ὑπότρῐτος''': -ον, ἐπὶ ἀριθμῶν, ὧν ὁ [[λόγος]] ἔχει [[οὕτως]] [[ὥστε]] ὁ [[ἕτερος]] [[εἶναι]] μικρότερος κατὰ 1/3 (π.χ. ὁ [[λόγος]] | |lstext='''ὑπότρῐτος''': -ον, ἐπὶ ἀριθμῶν, ὧν ὁ [[λόγος]] ἔχει [[οὕτως]] [[ὥστε]] ὁ [[ἕτερος]] [[εἶναι]] μικρότερος κατὰ 1/3 (π.χ. ὁ [[λόγος]] ⅔), τὸ ἀντίστροφον τοῦ [[ἐπίτριτος]], Ἀρχ. Μουσ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=-ον, Α [[τρίτος]]<br />[[αριθμός]] [[μικρότερος]] [[κατά]] ένα τρίτο από άλλον, [[ίσος]] [[προς]] τα δύο τρίτα κάποιου άλλου. | |mltxt=-ον, Α [[τρίτος]]<br />[[αριθμός]] [[μικρότερος]] [[κατά]] ένα τρίτο από άλλον, [[ίσος]] [[προς]] τα δύο τρίτα κάποιου άλλου. | ||
}} | }} |
Revision as of 10:03, 23 November 2021
English (LSJ)
ον, A contained 1 1/3 times, standing to another number in the ratio 3:4, Mart.Cap.7.761.
German (Pape)
[Seite 1237] bezeichnet das Verhältniß, nach welchem eine Zahl um ein Drittheil kleiner ist, als eine andere, Ggstz von ἐπίτριτος, Nicom.
Greek (Liddell-Scott)
ὑπότρῐτος: -ον, ἐπὶ ἀριθμῶν, ὧν ὁ λόγος ἔχει οὕτως ὥστε ὁ ἕτερος εἶναι μικρότερος κατὰ 1/3 (π.χ. ὁ λόγος ⅔), τὸ ἀντίστροφον τοῦ ἐπίτριτος, Ἀρχ. Μουσ.
Greek Monolingual
-ον, Α τρίτος
αριθμός μικρότερος κατά ένα τρίτο από άλλον, ίσος προς τα δύο τρίτα κάποιου άλλου.