μυριοστύς: Difference between revisions

From LSJ

χρόνῳ μὲν ἀγρεῖ Πριάμου πόλιν ἅδε κέλευθος → in time this expedition will capture the city of Priam

Source
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=myriostys
|Transliteration C=myriostys
|Beta Code=muriostu/s
|Beta Code=muriostu/s
|Definition=ύος, ἡ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[body of ten thousand]], <span class="bibl">X.<span class="title">Cyr.</span>6.3.20</span>.</span>
|Definition=ύος, ἡ, [[body of ten thousand]], <span class="bibl">X.<span class="title">Cyr.</span>6.3.20</span>.
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 04:45, 24 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μῡρῐοστύς Medium diacritics: μυριοστύς Low diacritics: μυριοστύς Capitals: ΜΥΡΙΟΣΤΥΣ
Transliteration A: myriostýs Transliteration B: myriostys Transliteration C: myriostys Beta Code: muriostu/s

English (LSJ)

ύος, ἡ, body of ten thousand, X.Cyr.6.3.20.

German (Pape)

[Seite 220] ύος, ἡ, eine Zahl, Menge von zehntausend, Xen. Cyr. 6, 3, 20 u. Sp.

Greek (Liddell-Scott)

μῡριοστύς: -ύος, ἡ, μυριάς, σῶμα στρατιωτικὸν ἐκ δεκακισχιλίων ἀνδρῶν, Ξεν. Κύρ. 6. 3, 20.

French (Bailly abrégé)

ύος (ἡ) :
ensemble de dix mille.
Étymologie: μυρίος.

Greek Monolingual

μυριοστύς, ἡ (Α)
στρατιωτική μονάδα που αποτελείται από δέκα χιλιάδες άνδρες, η μυριάδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύριοι + επίθημα -τυ-ς (πρβλ. εκατοσ-τύς, χιλιοσ-τύς)].

Greek Monotonic

μῡριοστύς: -ύος, ἡ, στρατιωτικό σώμα αποτελούμενο από δέκα χιλιάδες άνδρες, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

μῡριοστύς: ύος ἡ десятитысячный отряд Xen.

Middle Liddell

μῡριοστύς, ύος, ἡ,
a body of ten thousand, Xen.