θρυαλλίδιον: Difference between revisions
From LSJ
ὁδὸς ἄνω κάτω μία καὶ ὡυτή → the road up and the road down is one and the same, the upward path and the downward path are the same
Line 29: | Line 29: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''θρυαλλίδιον:''' τό маленький фитиль, фитилек (sc. λυχνιδίου Luc.). | |elrutext='''θρυαλλίδιον:''' τό [[маленький фитиль]], [[фитилек]] (sc. λυχνιδίου Luc.). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[θρυαλλίδιον]], ου, τό, [Dim. of [[θρυαλλίς]], Luc.] | |mdlsjtxt=[[θρυαλλίδιον]], ου, τό, [Dim. of [[θρυαλλίς]], Luc.] | ||
}} | }} |
Revision as of 11:00, 13 September 2022
English (LSJ)
τό, Dim. of sq., Luc.Tim.14.
German (Pape)
[Seite 1220] τό, dim. zum Folgdn, Luc. Tim. 14.
Greek (Liddell-Scott)
θρυαλλίδιον: τό, ὑποκορ. τοῦ θρυαλλίς, Λουκ. Τίμ. 14.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
petite mèche de lampe.
Étymologie: θρυαλλίς.
Spanish
Greek Monolingual
θρυαλλίδιον, τὸ (Α)
φιτιλάκι.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θρυαλλίς -ίδος + υποκορ. κατάλ. -ιον (πρβλ. αρν-ίον βιβλ-ίον)].
Greek Monotonic
θρυαλλίδιον: τό, υποκορ. του θρυαλλίς, σε Λουκ.
Russian (Dvoretsky)
θρυαλλίδιον: τό маленький фитиль, фитилек (sc. λυχνιδίου Luc.).
Middle Liddell
θρυαλλίδιον, ου, τό, [Dim. of θρυαλλίς, Luc.]