συνδιεκκύπτω: Difference between revisions
καὶ ἄλλως δὲ πολυειδῶς συζευγνύουσι τοῖς πράγµασι τὰ µαθήµατα, ὡς καὶ τῶν πραγµάτων ὁµοιοῦσθαι τοῖς µαθήµασι δυναµένων καὶ τῶν µαθηµάτων τοῖς πράγµασι φύσιν ἐχόντων ἀπεικάζεσθαι καὶ ἀµφοτέρων πρὸς ἄλληλα ἀνθοµοιουµένων → they couple mathematical objects to things in several other ways as well, since things can be assimilated to mathematical objects, and mathematical objects can by nature be likened to things, both being in a relation of mutual resemblance
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "({{grml\n.*\n}})\n\1" to "$1") |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''συνδιεκκύπτω''': [[ἐκκύπτω]] [[ὁμοῦ]], ἐπὶ τὰ [[ἔμπροσθεν]] συνδιεκκύψασα τῇ κεφαλῇ Εὐστ. 1114. 25. | |lstext='''συνδιεκκύπτω''': [[ἐκκύπτω]] [[ὁμοῦ]], ἐπὶ τὰ [[ἔμπροσθεν]] συνδιεκκύψασα τῇ κεφαλῇ Εὐστ. 1114. 25. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=Μ<br />[[σκύβω]] [[προς]] τα έξω για να δω [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διεκκύπτω]] «[[σκύβω]] [[προς]] τα έξω για να δω»]. | |mltxt=Μ<br />[[σκύβω]] [[προς]] τα έξω για να δω [[μαζί]] ή ταυτόχρονα με άλλον.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>συν</i>- <span style="color: red;">+</span> [[διεκκύπτω]] «[[σκύβω]] [[προς]] τα έξω για να δω»]. | ||
}} | }} |
Revision as of 20:07, 27 September 2022
English (LSJ)
slip out and through together with, τῇ κεφαλῇ Eust.1114.24.
German (Pape)
[Seite 1008] mit od. zugleich durch- u. herausgucken, -schlüpfen, Eust. 1153, 43.
Greek (Liddell-Scott)
συνδιεκκύπτω: ἐκκύπτω ὁμοῦ, ἐπὶ τὰ ἔμπροσθεν συνδιεκκύψασα τῇ κεφαλῇ Εὐστ. 1114. 25.
Greek Monolingual
Μ
σκύβω προς τα έξω για να δω μαζί ή ταυτόχρονα με άλλον.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + διεκκύπτω «σκύβω προς τα έξω για να δω»].