καμμίξας: Difference between revisions

From LSJ

ἔστιν οὖν τραγῳδία μίμησις πράξεως σπουδαίας καὶ τελείας μέγεθος ἐχούσης, ἡδυσμένῳ λόγῳ χωρὶς ἑκάστου τῶν εἰδῶν ἐν τοῖς μορίοις, δρώντων καὶ οὐ δι' ἀπαγγελίας, δι' ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν → Tragedy is, then, a representation of an action that is heroic and complete and of a certain magnitude—by means of language enriched with all kinds of ornament, each used separately in the different parts of the play: it represents men in action and does not use narrative, and through pity and fear it effects relief to these and similar emotions.

Source
(Bailly1_3)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
 
(One intermediate revision by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{bailly
|btext=<i>part. ao. poét. de</i> [[καταμίγνυμι]] <i>ou</i> de καταμίσγω.
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''καμμίξας''': Ἐπικ. ἀντὶ καταμίξας, μετοχ. ἀορ. α΄ τοῦ [[καταμίγνυμι]], διάφ. γραφ. ἀντὶ κ’ ἀμμίξας, δηλ. κε ἀναμίξας Ἰλ. Ω. 529.
|lstext='''καμμίξας''': Ἐπικ. ἀντὶ καταμίξας, μετοχ. ἀορ. α΄ τοῦ [[καταμίγνυμι]], διάφ. γραφ. ἀντὶ κ’ ἀμμίξας, δηλ. κε ἀναμίξας Ἰλ. Ω. 529.
}}
}}
{{bailly
{{lsm
|btext=<i>part. ao. poét. de</i> [[καταμίγνυμι]] <i>ou</i> de καταμίσγω.
|lsmtext='''καμμίξας:''' Επικ. αντί <i>καταμίξας</i>, μτχ. αορ. αʹ του [[καταμίγνυμι]].
}}
}}

Latest revision as of 21:15, 1 October 2022

French (Bailly abrégé)

part. ao. poét. de καταμίγνυμι ou de καταμίσγω.

Greek (Liddell-Scott)

καμμίξας: Ἐπικ. ἀντὶ καταμίξας, μετοχ. ἀορ. α΄ τοῦ καταμίγνυμι, διάφ. γραφ. ἀντὶ κ’ ἀμμίξας, δηλ. κε ἀναμίξας Ἰλ. Ω. 529.

Greek Monotonic

καμμίξας: Επικ. αντί καταμίξας, μτχ. αορ. αʹ του καταμίγνυμι.