ξυνόφρων: Difference between revisions
Τὶ δὲ σὺ διά τὸν Θεὸν δύνασαι ἀρνηθῆναι; Οἷον δὲ μέτρον ἀγάπης τῶν ἀγαπώντων σε ἐστί; (Χρύσανθος Καταπόδης, Σχολὴ Ζωῆς) → ?
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0282.png Seite 282]] ονος, gleiches Sinnes für Alle, Apollo, Hymn. (IX, 525, 15). | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0282.png Seite 282]] ονος, gleiches Sinnes für Alle, Apollo, Hymn. (IX, 525, 15). | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ων, ον ; <i>gén.</i> ονος;<br />qui a les mêmes sentiments pour tous <i>(ép. d'Apollon)</i>.<br />'''Étymologie:''' [[ξυνός]], [[φρήν]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ξῡνόφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φίλα φρονῶν, Ἀνθ. Π. 9. 525, 15. | |lstext='''ξῡνόφρων''': -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φίλα φρονῶν, Ἀνθ. Π. 9. 525, 15. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Revision as of 22:45, 1 October 2022
English (LSJ)
ονος, ὁ, ἡ, friendly-minded, of Apollo, AP9.525.15.
German (Pape)
[Seite 282] ονος, gleiches Sinnes für Alle, Apollo, Hymn. (IX, 525, 15).
French (Bailly abrégé)
ων, ον ; gén. ονος;
qui a les mêmes sentiments pour tous (ép. d'Apollon).
Étymologie: ξυνός, φρήν.
Greek (Liddell-Scott)
ξῡνόφρων: -ονος, ὁ, ἡ, ὁ φίλα φρονῶν, Ἀνθ. Π. 9. 525, 15.
Greek Monolingual
ξυνόφρων, -ον (Α)
(για τον Απόλλωνα) αυτός που έχει όμοια γνώμη για όλους, την ίδια φιλική διάθεση προς όλους.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ξυνός «κοινός» + -φρων (< φρήν, φρενός), πρβλ. μεγαλό-φρων].
Greek Monotonic
ξῡνόφρων: -ονος, ὁ, ἡ (φρήν), αυτός που έχει φιλική διάθεση, συναινετική διάθεση, σε Ανθ.
Russian (Dvoretsky)
ξῡνόφρων: 2, gen. ονος одинаково благосклонный ко всем (эпитет Аполлона) Anth.