συντριαινόω: Difference between revisions

From LSJ

Ῥᾷον φέρειν δεῖ τὰς παρεστώσας τύχας → Facilius ferre oportet, quae incidunt malaRecht leicht musst du das Schicksal tragen, das dich trifft

Menander, Monostichoi, 470
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 9: Line 9:
|Beta Code=suntriaino/w
|Beta Code=suntriaino/w
|Definition=[[shatter with a trident]], <span class="bibl">Pl.Com.24</span>: generally, [[shatter]], στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν <span class="bibl">E.<span class="title">HF</span>946</span>.
|Definition=[[shatter with a trident]], <span class="bibl">Pl.Com.24</span>: generally, [[shatter]], στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν <span class="bibl">E.<span class="title">HF</span>946</span>.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />renverser d'un coup de trident, bouleverser.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τριαινόω]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''συντριαινόω''': [[συνταράσσω]] διὰ τριαίνης, [[φέρω]] ἄνω [[κάτω]], [[ταῦτα]] πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ἑλλάδι» 2· [[καθόλου]], [[συντρίβω]], [[καταστρέφω]], στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 946.
|lstext='''συντριαινόω''': [[συνταράσσω]] διὰ τριαίνης, [[φέρω]] ἄνω [[κάτω]], [[ταῦτα]] πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ἑλλάδι» 2· [[καθόλου]], [[συντρίβω]], [[καταστρέφω]], στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 946.
}}
{{bailly
|btext=-ῶ :<br />renverser d'un coup de trident, bouleverser.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[τριαινόω]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 09:35, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συντρῐαινόω Medium diacritics: συντριαινόω Low diacritics: συντριαινόω Capitals: ΣΥΝΤΡΙΑΙΝΟΩ
Transliteration A: syntriainóō Transliteration B: syntriainoō Transliteration C: syntriainoo Beta Code: suntriaino/w

English (LSJ)

shatter with a trident, Pl.Com.24: generally, shatter, στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν E.HF946.

French (Bailly abrégé)

-ῶ :
renverser d'un coup de trident, bouleverser.
Étymologie: σύν, τριαινόω.

Greek (Liddell-Scott)

συντριαινόω: συνταράσσω διὰ τριαίνης, φέρω ἄνω κάτω, ταῦτα πάντα συντριαινῶν ἀπολέσω Πλάτ. Κωμικ. ἐν «Ἑλλάδι» 2· καθόλου, συντρίβω, καταστρέφω, στρεπτῷ σιδήρῳ συντριαινώσω πόλιν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 946.

Greek Monotonic

συντριαινόω: μέλ. -ώσω, συνταράζω, συγκλονίζω ή καταστρέφω με τρίαινα, σε Ευρ.

Russian (Dvoretsky)

συντριαινόω: досл. сокрушать трезубцем, перен. разрушать, ломать (πόλιν στρεπτῷ σιδήρῳ Eur.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-τριαινόω geheel loswrikken.

Middle Liddell

fut. ώσω
to shatter as with a trident, Eur.