ἀρκυστασία: Difference between revisions

From LSJ

Νίκησον ὀργὴν τῷ λογίζεσθαι καλῶς → Ratione rem putando vince irae impetum → Besiege deinen Zorn durch deines Denkens Kraft

Menander, Monostichoi, 381
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0354.png Seite 354]] ἡ, das Aufstellen des Netzes, Stellnetz, Xen. Cyn. 6, 6.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0354.png Seite 354]] ἡ, das Aufstellen des Netzes, Stellnetz, Xen. Cyn. 6, 6.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />action de tendre les filets à la chasse ; filets de chasse tendus.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρκυς]], [[στατός]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ἀρκυστᾰσία''': ἡ, ἡ [[στάσις]] τῶν θηρευτικῶν δικτύων, -στάσιον, τό, ὁ [[τόπος]] ἐν ᾧ ἵστανται τὰ θηρευτικὰ δίκτυα, Ξεν. Κυν. 6. 6, Πολυδ. Ε΄, 32· ― διάφ. γρ. ἀρκυοστασία, ἀρκυοστάσιον.
|lstext='''ἀρκυστᾰσία''': ἡ, ἡ [[στάσις]] τῶν θηρευτικῶν δικτύων, -στάσιον, τό, ὁ [[τόπος]] ἐν ᾧ ἵστανται τὰ θηρευτικὰ δίκτυα, Ξεν. Κυν. 6. 6, Πολυδ. Ε΄, 32· ― διάφ. γρ. ἀρκυοστασία, ἀρκυοστάσιον.
}}
{{bailly
|btext=ας (ἡ) :<br />action de tendre les filets à la chasse ; filets de chasse tendus.<br />'''Étymologie:''' [[ἄρκυς]], [[στατός]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 13:50, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀρκυστᾰσία Medium diacritics: ἀρκυστασία Low diacritics: αρκυστασία Capitals: ΑΡΚΥΣΤΑΣΙΑ
Transliteration A: arkystasía Transliteration B: arkystasia Transliteration C: arkystasia Beta Code: a)rkustasi/a

English (LSJ)

ἡ, line of nets, in plural, X.Cyn.6.6. (Also ἀρκυοστασία Artem. 2.11, 3.59.)

Spanish (DGE)

ἀρκυστασία, -ας, ἡ
• Alolema(s): ἀρκυοστασία Artem.2.11, 3.59
trampa de redes para cazar καθαρὰς ποιούμενος τὰς ἀρκυστασίας X.Cyn.6.6, ἀ. καὶ ... νεφέλαι ... πρὸς θήραν Artem.2.11, cf. 3.59, τῶν δικτύων τὴν στάσιν ἢ καλεῖται ἀ. Poll.5.32.

German (Pape)

[Seite 354] ἡ, das Aufstellen des Netzes, Stellnetz, Xen. Cyn. 6, 6.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
action de tendre les filets à la chasse ; filets de chasse tendus.
Étymologie: ἄρκυς, στατός.

Greek (Liddell-Scott)

ἀρκυστᾰσία: ἡ, ἡ στάσις τῶν θηρευτικῶν δικτύων, -στάσιον, τό, ὁ τόπος ἐν ᾧ ἵστανται τὰ θηρευτικὰ δίκτυα, Ξεν. Κυν. 6. 6, Πολυδ. Ε΄, 32· ― διάφ. γρ. ἀρκυοστασία, ἀρκυοστάσιον.

Greek Monolingual

ἀρκυστασία, η (Α) αρκύστατος
ο τρόπος, η σειρά τοποθέτησης των κυνηγετικών διχτυών.

Greek Monotonic

ἀρκυστᾰσία: ἡ, ή -στάσιον, τό, γραμμή, σειρά από δίχτυα, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

ἀρκυστᾰσία:расставленные сети Xen.

Middle Liddell

a line of nets, Xen.