συμφλέγω: Difference between revisions

From LSJ

προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{.*}}\n)({{elru.*}}\n)({{elnl.*}}\n)" to "$4$3$2$1")
Line 16: Line 16:
|btext=brûler entièrement, consumer.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[φλέγω]].
|btext=brûler entièrement, consumer.<br />'''Étymologie:''' [[σύν]], [[φλέγω]].
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''συμφλέγω''': [[φλέγω]], [[καίω]] [[ὁμοῦ]], [[κατακαίω]] [[μέχρι]] τέφρας, Εὐρ. Βάκχ. 595· σ. κεραυνῷ Θεόκρ. 22. 211. ― Παθητ., συμφλέγεσθαι ὑπὸ τῶν κεραυνῶν Πλουτ. Ἀλέξ. 60· ἐπὶ ἔρωτος, Ἀνθολ. Π. 5. 111.
|elnltext=συμ-φλέγω [σύν, φλέγω] geheel verbranden, in de as leggen:. σύμφλεγε δώματα Πενθέος brand het paleis van Pentheus af Eur. Ba. 595.
}}
{{elru
|elrutext='''συμφλέγω:''' [[сжигать]] (δώματα Eur.): συμπεφλέχθαι [[μετά]] τινος Plut. сгореть вместе с чем-л.
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''συμφλέγω:''' μέλ. <i>-ξω</i>, [[καίω]], [[πυρπολώ]] μαζί ώσπου να μείνουν οι στάχτες, [[καίω]] ολοσχερώς, [[κατακαίω]] από κοινού, σε Ευρ., Θεόκρ.
|lsmtext='''συμφλέγω:''' μέλ. <i>-ξω</i>, [[καίω]], [[πυρπολώ]] μαζί ώσπου να μείνουν οι στάχτες, [[καίω]] ολοσχερώς, [[κατακαίω]] από κοινού, σε Ευρ., Θεόκρ.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''συμφλέγω:''' [[сжигать]] (δώματα Eur.): συμπεφλέχθαι [[μετά]] τινος Plut. сгореть вместе с чем-л.
|lstext='''συμφλέγω''': [[φλέγω]], [[καίω]] [[ὁμοῦ]], [[κατακαίω]] [[μέχρι]] τέφρας, Εὐρ. Βάκχ. 595· σ. κεραυνῷ Θεόκρ. 22. 211. ― Παθητ., συμφλέγεσθαι ὑπὸ τῶν κεραυνῶν Πλουτ. Ἀλέξ. 60· ἐπὶ ἔρωτος, Ἀνθολ. Π. 5. 111.
}}
{{elnl
|elnltext=συμ-φλέγω [σύν, φλέγω] geheel verbranden, in de as leggen:. σύμφλεγε δώματα Πενθέος brand het paleis van Pentheus af Eur. Ba. 595.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. ξω<br />to [[burn]] to cinders, Eur., Theocr.
|mdlsjtxt=fut. ξω<br />to [[burn]] to cinders, Eur., Theocr.
}}
}}

Revision as of 22:20, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συμφλέγω Medium diacritics: συμφλέγω Low diacritics: συμφλέγω Capitals: ΣΥΜΦΛΕΓΩ
Transliteration A: symphlégō Transliteration B: symphlegō Transliteration C: symflego Beta Code: sumfle/gw

English (LSJ)

burn up, burn to cinders, E.Ba.595 (lyr.); σ. κεραυνῷ Theoc.22.211; σ. αὐτοὺς κύκλῳ LXX Is.42.25; with love, AP5.110 (Antiphil.):—Pass., συμφλέγεσθαι ὑπὸ τῶν κεραυνῶν Plu.Alex.60.

German (Pape)

[Seite 992] mit, zusammen verbrennen; δώματα, Eur. Bacch. 595; κεραυνῷ, Theocr. 22, 211; auch von der Liebe, συμφλέξει πάντας φίλτρα, Antiphil. 2 (V, 111).

French (Bailly abrégé)

brûler entièrement, consumer.
Étymologie: σύν, φλέγω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συμ-φλέγω [σύν, φλέγω] geheel verbranden, in de as leggen:. σύμφλεγε δώματα Πενθέος brand het paleis van Pentheus af Eur. Ba. 595.

Russian (Dvoretsky)

συμφλέγω: сжигать (δώματα Eur.): συμπεφλέχθαι μετά τινος Plut. сгореть вместе с чем-л.

Greek Monolingual

Α
κατακαίω («συμφλέγει πάντα (ἔρως)», Αντιφάν.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + φλέγω «καίω»].

Greek Monotonic

συμφλέγω: μέλ. -ξω, καίω, πυρπολώ μαζί ώσπου να μείνουν οι στάχτες, καίω ολοσχερώς, κατακαίω από κοινού, σε Ευρ., Θεόκρ.

Greek (Liddell-Scott)

συμφλέγω: φλέγω, καίω ὁμοῦ, κατακαίω μέχρι τέφρας, Εὐρ. Βάκχ. 595· σ. κεραυνῷ Θεόκρ. 22. 211. ― Παθητ., συμφλέγεσθαι ὑπὸ τῶν κεραυνῶν Πλουτ. Ἀλέξ. 60· ἐπὶ ἔρωτος, Ἀνθολ. Π. 5. 111.

Middle Liddell

fut. ξω
to burn to cinders, Eur., Theocr.