ἀφίδρυσις: Difference between revisions

From LSJ

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0410.png Seite 410]] ἡ, das Aufstellen, Weihen einer (nach einem Vorbild gearbeiteten) Statue, τοῦ ἱεροῦ Strab. VIII, 7, 384; Plut. de mus. 14 ἀγάλματος.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0410.png Seite 410]] ἡ, das Aufstellen, Weihen einer (nach einem Vorbild gearbeiteten) Statue, τοῦ ἱεροῦ Strab. VIII, 7, 384; Plut. de mus. 14 ἀγάλματος.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀφίδρῡσις:''' εως ἡ [[установление]], [[установка]] (ἀγάλματος Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀφίδρυσις]], η (Α) [[αφιδρύομαι]]<br />το να στηθεί [[άγαλμα]] ή [[ανδριάντας]] σε κάποιο [[σημείο]].
|mltxt=[[ἀφίδρυσις]], η (Α) [[αφιδρύομαι]]<br />το να στηθεί [[άγαλμα]] ή [[ανδριάντας]] σε κάποιο [[σημείο]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀφίδρῡσις:''' εως ἡ [[установление]], [[установка]] (ἀγάλματος Plut.).
}}
}}

Revision as of 18:35, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀφίδρῡσις Medium diacritics: ἀφίδρυσις Low diacritics: αφίδρυσις Capitals: ΑΦΙΔΡΥΣΙΣ
Transliteration A: aphídrysis Transliteration B: aphidrysis Transliteration C: afidrysis Beta Code: a)fi/drusis

English (LSJ)

εως, ἡ, Setting up a statue, Id.8.7.2, Plu. 2.1136a.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 elemento transferido de un santuario para hacer una filial Ἴωνας αἰτεῖν πέμψαντας ... τὸ βρέτας τοῦ Ποσειδῶνος, εἰ δὲ μή, τοῦ γε ἱεροῦ τὴν ἀφίδρυσιν Heraclid.Pont.46a.
2 erección, colocación de una estatua θεαροδόκον ... διὰ τὰν ἀφίδρυσιν τοῦ θεοῦ IG 42.60.10 (Epidauro II a.C.), καὶ ἡ ἐν Δήλῳ δὲ τοῦ ἀγάλματος αὐτοῦ ἀφίδρυσις ἔχει ἐν μὲν τῇ δεξιᾷ τόξον, ἐν δὲ ἀριστερᾷ Χάριτας Plu.2.1136a.

German (Pape)

[Seite 410] ἡ, das Aufstellen, Weihen einer (nach einem Vorbild gearbeiteten) Statue, τοῦ ἱεροῦ Strab. VIII, 7, 384; Plut. de mus. 14 ἀγάλματος.

Russian (Dvoretsky)

ἀφίδρῡσις: εως ἡ установление, установка (ἀγάλματος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀφίδρῡσις: -εως, ἡ, ἵδρυσιςκαθιέρωσις ἀγάλματος πεποιημένου κατ’ ἀπομίμησιν ἀρχετύπου, Στράβων 385, Πλούτ. 2. 1136Α.

Greek Monolingual

ἀφίδρυσις, η (Α) αφιδρύομαι
το να στηθεί άγαλμα ή ανδριάντας σε κάποιο σημείο.