κυκνίας: Difference between revisions
From LSJ
δέξαι μ' ἐς τὸ σὸν τόδε στέγος → receive me into the urn containing his ashes, receive me into this mansion of yours
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (pape replacement) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[κυκνίας]], ὁ (AM, Μ και κυκνέας)<br />[[είδος]] αετού όμοιου στη [[λευκότητα]] με κύκνο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κύκν</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίας</i> ([[πρβλ]]. [[καρκινίας]], [[κοχλίας]]). Ο [[αετός]] ονομάστηκε [[έτσι]] λόγω του λευκού χρώματός του]. | |mltxt=[[κυκνίας]], ὁ (AM, Μ και κυκνέας)<br />[[είδος]] αετού όμοιου στη [[λευκότητα]] με κύκνο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κύκν</i>-<i>ος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίας</i> ([[πρβλ]]. [[καρκινίας]], [[κοχλίας]]). Ο [[αετός]] ονομάστηκε [[έτσι]] λόγω του λευκού χρώματός του]. | ||
}} | |||
{{pape | |||
|ptext=ὁ, [[ἀετός]], <i>der [[weiße]] [[Adler]], [[Schwanenadler]]</i>, Paus. 8.17.3. | |||
}} | }} |
Revision as of 16:37, 24 November 2022
English (LSJ)
ἀετός, ὁ, a kind of white eagle, Paus.8.17.3.
Greek (Liddell-Scott)
κυκνίας: ἀετός, ὁ, εἶδος λευκοῦ ἀετοῦ, Παυσ. 8. 17, 3.
Greek Monolingual
κυκνίας, ὁ (AM, Μ και κυκνέας)
είδος αετού όμοιου στη λευκότητα με κύκνο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύκν-ος + κατάλ. -ίας (πρβλ. καρκινίας, κοχλίας). Ο αετός ονομάστηκε έτσι λόγω του λευκού χρώματός του].
German (Pape)
ὁ, ἀετός, der weiße Adler, Schwanenadler, Paus. 8.17.3.