προηγμένα: Difference between revisions

From LSJ

Μούνη γὰρ ἄγειν οὐκέτι σωκῶ λύπης ἀντίρροπον ἄχθος → I have no longer strength to bear alone the burden of grief that weighs me down

Sophocles, Electra, 119-120
(6_21)
m (Text replacement - "Ggstz " to "<span class="ggns">Gegensatz</span> ")
 
(4 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=proigmena
|Transliteration C=proigmena
|Beta Code=prohgme/na
|Beta Code=prohgme/na
|Definition=τά, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> v. [[προάγω]].</span>
|Definition=τά, v. [[προάγω]].
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0723.png Seite 723]] τά, part. perf. pass. von [[προάγω]], bei den Stoikern, vorgezogene, vorzügliche Dinge, d. i. solche, die zwar nicht gut an sich sind, aber doch diesen zunächst stehen und unverwerflich sind, s. Zeno bei D. L. 7, 105, im Ggstz von ἀποπροηγμένα, Cic. promota, producta, auch praeposita, praecipua, im Ggstz von remota, rejecta.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0723.png Seite 723]] τά, part. perf. pass. von [[προάγω]], bei den Stoikern, vorgezogene, vorzügliche Dinge, d. i. solche, die zwar nicht gut an sich sind, aber doch diesen zunächst stehen und unverwerflich sind, s. Zeno bei D. L. 7, 105, im <span class="ggns">Gegensatz</span> von ἀποπροηγμένα, Cic. promota, producta, auch praeposita, praecipua, im <span class="ggns">Gegensatz</span> von remota, rejecta.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προηγμένα''': τά, μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[προάγω]] Ι. 4, ὅρος τῆς Στωϊκῆς φιλοσοφίας δηλῶν πράγματα [[ἅπερ]] προτιμῶνται τῶν ἄλλων οὐχὶ ὡς παντάπασιν ἀγαθά, ἀλλ’ ὡς προτιμότερα τῶν [[παντάπασι]] κακῶν, τὰ παρὰ Κικέρωνι promota, producta, præposita, præcipua (de Fin. 3. 16., 4. 26), Ζήνων παρὰ Διογ. Λ. 7. 105, Λουκ. Λ. 7. 105, Λουκ. ἐν Βίων Πράσει 21, ἐν Δὶς Κατηγ. 22· [[ὡσαύτως]] καλοῦνται ληπτά, Πλούτ. 2. 1068Α· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ [[ἀποπροηγμένα]], Λατ. remota, rejecta (Κικέρ. ὡς ἀνωτέρ.) Στοβ. Ἐκλογ. 2, σ. 244, Λουκ. ἔνθ’ ἀνωτέρ. ― Ὡσαύτως ὁ παθ. ἀόρ. προαχθῆναι, ἦτο ἐν χρήσει ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας, Διογ. Λ. 7. 106.
|lstext='''προηγμένα''': τά, μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ [[προάγω]] Ι. 4, ὅρος τῆς Στωϊκῆς φιλοσοφίας δηλῶν πράγματα [[ἅπερ]] προτιμῶνται τῶν ἄλλων οὐχὶ ὡς παντάπασιν ἀγαθά, ἀλλ’ ὡς προτιμότερα τῶν [[παντάπασι]] κακῶν, τὰ παρὰ Κικέρωνι promota, producta, præposita, præcipua (de Fin. 3. 16., 4. 26), Ζήνων παρὰ Διογ. Λ. 7. 105, Λουκ. Λ. 7. 105, Λουκ. ἐν Βίων Πράσει 21, ἐν Δὶς Κατηγ. 22· [[ὡσαύτως]] καλοῦνται ληπτά, Πλούτ. 2. 1068Α· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ [[ἀποπροηγμένα]], Λατ. remota, rejecta (Κικέρ. ὡς ἀνωτέρ.) Στοβ. Ἐκλογ. 2, σ. 244, Λουκ. ἔνθ’ ἀνωτέρ. ― Ὡσαύτως ὁ παθ. ἀόρ. προαχθῆναι, ἦτο ἐν χρήσει ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας, Διογ. Λ. 7. 106.
}}
{{elru
|elrutext='''προηγμένα:''' τά (лат. producta, [[promota]], [[praeposita]] или praecipua) (у стоиков) относительные, т. е. внешние блага (напр., здоровье, красота и т. п., которые, не будучи абсолютными благами - ἀγαθά, - не относятся все же к числу зол) Luc., Diog. L.
}}
}}

Latest revision as of 18:55, 24 November 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προηγμένα Medium diacritics: προηγμένα Low diacritics: προηγμένα Capitals: ΠΡΟΗΓΜΕΝΑ
Transliteration A: proēgména Transliteration B: proēgmena Transliteration C: proigmena Beta Code: prohgme/na

English (LSJ)

τά, v. προάγω.

German (Pape)

[Seite 723] τά, part. perf. pass. von προάγω, bei den Stoikern, vorgezogene, vorzügliche Dinge, d. i. solche, die zwar nicht gut an sich sind, aber doch diesen zunächst stehen und unverwerflich sind, s. Zeno bei D. L. 7, 105, im Gegensatz von ἀποπροηγμένα, Cic. promota, producta, auch praeposita, praecipua, im Gegensatz von remota, rejecta.

Greek (Liddell-Scott)

προηγμένα: τά, μετοχ. παθ. πρκμ. τοῦ προάγω Ι. 4, ὅρος τῆς Στωϊκῆς φιλοσοφίας δηλῶν πράγματα ἅπερ προτιμῶνται τῶν ἄλλων οὐχὶ ὡς παντάπασιν ἀγαθά, ἀλλ’ ὡς προτιμότερα τῶν παντάπασι κακῶν, τὰ παρὰ Κικέρωνι promota, producta, præposita, præcipua (de Fin. 3. 16., 4. 26), Ζήνων παρὰ Διογ. Λ. 7. 105, Λουκ. Λ. 7. 105, Λουκ. ἐν Βίων Πράσει 21, ἐν Δὶς Κατηγ. 22· ὡσαύτως καλοῦνται ληπτά, Πλούτ. 2. 1068Α· ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὰ ἀποπροηγμένα, Λατ. remota, rejecta (Κικέρ. ὡς ἀνωτέρ.) Στοβ. Ἐκλογ. 2, σ. 244, Λουκ. ἔνθ’ ἀνωτέρ. ― Ὡσαύτως ὁ παθ. ἀόρ. προαχθῆναι, ἦτο ἐν χρήσει ἐπὶ ταύτης τῆς σημασίας, Διογ. Λ. 7. 106.

Russian (Dvoretsky)

προηγμένα: τά (лат. producta, promota, praeposita или praecipua) (у стоиков) относительные, т. е. внешние блага (напр., здоровье, красота и т. п., которые, не будучи абсолютными благами - ἀγαθά, - не относятся все же к числу зол) Luc., Diog. L.