νησοποιώ: Difference between revisions

From LSJ

κρειττότερον ἐστὶν εἰδέναι ἐν μέσῃ τῇ Πόλει φακιόλιον βασιλεῦον Τούρκου, ἢ καλύπτραν λατινικήν → I would rather see a Turkish turban in the midst of the City than the Latin mitre

Source
(27)
 
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])\]" to "πρβλ. $2$4, $7$9]")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=(ΑΜ νησοποιῶ, -έω)<br />[[μεταβάλλω]] μιαν [[έκταση]] σε [[νησί]], [[αφού]] τήν αποκόψω με [[διώρυγα]] από τη συνέχειά της στην [[ξηρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νῆσος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ποιῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[ποιός]]), <b>πρβλ.</b> <i>νοσο</i>-[[ποιώ]], <i>φθορο</i>-[[ποιώ]]].
|mltxt=(ΑΜ νησοποιῶ, -έω)<br />[[μεταβάλλω]] μιαν [[έκταση]] σε [[νησί]], [[αφού]] τήν αποκόψω με [[διώρυγα]] από τη συνέχειά της στην [[ξηρά]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[νῆσος]] <span style="color: red;">+</span> -<i>ποιῶ</i> (<span style="color: red;"><</span> -[[ποιός]]), [[πρβλ]]. [[νοσοποιώ]], [[φθοροποιώ]]].
}}
}}

Latest revision as of 16:39, 9 May 2023

Greek Monolingual

(ΑΜ νησοποιῶ, -έω)
μεταβάλλω μιαν έκταση σε νησί, αφού τήν αποκόψω με διώρυγα από τη συνέχειά της στην ξηρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < νῆσος + -ποιῶ (< -ποιός), πρβλ. νοσοποιώ, φθοροποιώ].