σταδιεύς: Difference between revisions

From LSJ

Φίλος με βλάπτων (λυπῶν) οὐδὲν ἐχθροῦ διαφέρει → Laedens amicus distat inimico nihil → Ein Freund, der schadet, ist ganz gelich mir einem Feind

Menander, Monostichoi, 530
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)( [ὁἡ]) ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4)")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-έως, ὁ, Α<br />[[σταδιοδρόμος]] («παίδὶ σταδιεῖ», <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάδιον]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εύς</i> (<b>πρβλ.</b> <i>ιππ</i>-<i>εύς</i>)].
|mltxt=-έως, ὁ, Α<br />[[σταδιοδρόμος]] («παίδὶ σταδιεῖ», <b>Πίνδ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[στάδιον]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>εύς</i> ([[πρβλ]]. [[ιππεύς]])].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 16:25, 11 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στᾰδιεύς Medium diacritics: σταδιεύς Low diacritics: σταδιεύς Capitals: ΣΤΑΔΙΕΥΣ
Transliteration A: stadieús Transliteration B: stadieus Transliteration C: stadieys Beta Code: stadieu/s

English (LSJ)

έως, ὁ,= σταδιοδρόμος, Plb.16.28.9, 38.14.1, AP9.557 (Antip.); παῖς σ., in the title of Pi.O.14, cf. Sch.Id.N.8.

German (Pape)

[Seite 926] ὁ, wie σταδιοδρόμος, der im Stadion Wettlaufende, auch ἵππος, das Rennpferd, in der Überschrift von Pind. Ol. 13. 14 P. 11 N. 8; Pol. 40, 1, 1; Lucill. 44 (XI, 163) u. sonst.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σταδιεύς -έως, ὁ [στάδιον] hardloper over de afstand van één στάδιον: stadionrenner.

Russian (Dvoretsky)

στᾰδιεύς: έως ὁ участник состязания в беге, бегун Pind., Polyb., Anth.

Greek Monolingual

-έως, ὁ, Α
σταδιοδρόμος («παίδὶ σταδιεῖ», Πίνδ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < στάδιον + επίθημα -εύς (πρβλ. ιππεύς)].

Greek Monotonic

στᾰδιεύς: -έως, ὁ, = σταδιοδρόμος, σε Ανθ.

Greek (Liddell-Scott)

στᾰδιεύς: έως, ὁ, = σταδιοδρόμος, Πολύβ. 40. 1, 1, Ἀνθ. Π. 9. 557˙ παῖς στ., ἐν τῇ ἐπιγραφ. τοῦ Πινδ. ἐν Ο. 14, πρβλ. Ν. 8.

Middle Liddell

στᾰδιεύς, έως, ὁ, = σταδιοδρόμος, Anth.]