σχολύδριον: Difference between revisions
From LSJ
Μετὰ τὴν δόσιν τάχιστα γηράσκει χάρις → Post munera cito consenescit gratia → Gleich nach der Gabe altert äußerst schnell der Dank
(40) |
|||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=τὸ, Μ<br />(ως υποκορ. του [[σχόλιον]]) μικρή ερμηνευτική [[σημείωση]] που γράφεται στο [[περιθώριο]] ή στα διάστιχα ενός κειμένου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχόλιον]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ύδριον</i> ( | |mltxt=τὸ, Μ<br />(ως υποκορ. του [[σχόλιον]]) μικρή ερμηνευτική [[σημείωση]] που γράφεται στο [[περιθώριο]] ή στα διάστιχα ενός κειμένου.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[σχόλιον]] <span style="color: red;">+</span> υποκορ. κατάλ. -<i>ύδριον</i> ([[πρβλ]]. [[λογύδριον]])]. | ||
}} | }} |
Revision as of 16:30, 11 May 2023
English (LSJ)
τό, Dim. of σχόλιον, Tz.ad Lyc.1414 (-ίδρια codd. plerique).
Greek (Liddell-Scott)
σχολύδριον: τό, ὑποκορ. τοῦ σχόλιον, περὶ τοῦ Ξέρξου σχολύδρια Τζέτζ. εἰς Λυκόφρ. 1414. ― Ἴδε Κόντου Γλωσσ. Παρατηρ. σ. 147.
Greek Monolingual
τὸ, Μ
(ως υποκορ. του σχόλιον) μικρή ερμηνευτική σημείωση που γράφεται στο περιθώριο ή στα διάστιχα ενός κειμένου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σχόλιον + υποκορ. κατάλ. -ύδριον (πρβλ. λογύδριον)].