ὑδροφοβία: Difference between revisions

From LSJ

διαμεμαστιγωμένην καὶ οὐλῶν μεστὴν ὑπὸ ἐπιορκιῶν καὶ ἀδικίας → striped all over with the scourge, and a mass of wounds, the work of perjuries and injustice

Source
(6_11)
m (LSJ1 replacement)
 
(10 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=ydrofovia
|Transliteration C=ydrofovia
|Beta Code=u(drofobi/a
|Beta Code=u(drofobi/a
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">horror of water</b> caused by the bite of a mad dog, <b class="b2">hydrophobia</b>, v.l. for foreg. in Dsc.2.47; ascribed by Men. to wine-drinkers, <span class="title">Fr.</span>959.</span>
|Definition=ἡ, [[horror of water]] caused by the bite of a [[mad]] [[dog]], [[hydrophobia]], [[varia lectio|v.l.]] for [[ὑδροφόβας]] in Dsc. 2.47; ascribed by Men. to wine-drinkers, ''Fr.'' 959.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] ἡ, die Wasserscheu, die auf den Biß des tollen Hundes folgt, Medic.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1174.png Seite 1174]] ἡ, die Wasserscheu, die auf den Biß des tollen Hundes folgt, Medic.
}}
{{elru
|elrutext='''ὑδροφοβία:''' ἡ Men.; Plut. [[varia lectio|v.l.]] = [[ὑδροφόβας]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''ὑδροφοβία''': ἡ, τὸ φοβεῖσθαι τὸ [[ὕδωρ]], ὃ πάσχουσιν οἱ ὑπὸ λυσσῶντος κυνὸς δηχθέντες, [[λύσσα]], hydrophobia, Cels. 5. 27· λέγεται ὑπὸ τοῦ Μενάνδρου ἐπὶ τῶν οἰνοποτῶν, ἐν Ἀδήλ. 503.
|lstext='''ὑδροφοβία''': ἡ, τὸ φοβεῖσθαι τὸ [[ὕδωρ]], ὃ πάσχουσιν οἱ ὑπὸ λυσσῶντος κυνὸς δηχθέντες, [[λύσσα]], hydrophobia, Cels. 5. 27· λέγεται ὑπὸ τοῦ Μενάνδρου ἐπὶ τῶν οἰνοποτῶν, ἐν Ἀδήλ. 503.
}}
{{grml
|mltxt=η / [[ὑδροφοβία]], ΝΑ, και [[ὑδροφόβη]] και ὑδροφοβή Α [[υδροφόβος]]<br />[[παθολογικός]] [[φόβος]] για το [[νερό]] ή για [[κάθε]] [[υγρό]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> παλαιότερη [[ονομασία]] της λύσσας<br /><b>2.</b> <b>χημ.</b> η [[ιδιότητα]] του υδρόφοβου.
}}
}}

Latest revision as of 07:21, 27 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὑδροφοβία Medium diacritics: ὑδροφοβία Low diacritics: υδροφοβία Capitals: ΥΔΡΟΦΟΒΙΑ
Transliteration A: hydrophobía Transliteration B: hydrophobia Transliteration C: ydrofovia Beta Code: u(drofobi/a

English (LSJ)

ἡ, horror of water caused by the bite of a mad dog, hydrophobia, v.l. for ὑδροφόβας in Dsc. 2.47; ascribed by Men. to wine-drinkers, Fr. 959.

German (Pape)

[Seite 1174] ἡ, die Wasserscheu, die auf den Biß des tollen Hundes folgt, Medic.

Russian (Dvoretsky)

ὑδροφοβία: ἡ Men.; Plut. v.l. = ὑδροφόβας.

Greek (Liddell-Scott)

ὑδροφοβία: ἡ, τὸ φοβεῖσθαι τὸ ὕδωρ, ὃ πάσχουσιν οἱ ὑπὸ λυσσῶντος κυνὸς δηχθέντες, λύσσα, hydrophobia, Cels. 5. 27· λέγεται ὑπὸ τοῦ Μενάνδρου ἐπὶ τῶν οἰνοποτῶν, ἐν Ἀδήλ. 503.

Greek Monolingual

η / ὑδροφοβία, ΝΑ, και ὑδροφόβη και ὑδροφοβή Α υδροφόβος
παθολογικός φόβος για το νερό ή για κάθε υγρό
νεοελλ.
1. παλαιότερη ονομασία της λύσσας
2. χημ. η ιδιότητα του υδρόφοβου.