λυροθελγής: Difference between revisions

From LSJ

τὰ δὲ πεπερασμένα πεπερασμενάκις ἀνάγκη πεπεράνθαι πάντα → and the product of a finite number of things taken in a finite number of ways must always be finite

Source
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (LSJ1 replacement)
 
(8 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=lyrothelgis
|Transliteration C=lyrothelgis
|Beta Code=luroqelgh/s
|Beta Code=luroqelgh/s
|Definition=ές, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[charmed by the lyre]], AP9.250 (Honest.).</span>
|Definition=λυροθελγές, [[charmed by the lyre]], AP9.250 (Honest.).
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />[[que charment les sons de la lyre]].<br />'''Étymologie:''' [[λύρα]], [[θέλγω]].
}}
{{pape
|ptext=ές, <i>durch Lyraspiel [[bezaubert]]</i>, λείψανα πύργων Onest. 6 (IX.250).
}}
{{elru
|elrutext='''λῠροθελγής:''' [[зачарованный звуками лиры]] Anth.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''λῠροθελγής''': -ές, ὑπὸ τῆς λύρας θελγόμενος, Ἀνθ. Π. 9. 250.
|lstext='''λῠροθελγής''': -ές, ὑπὸ τῆς λύρας θελγόμενος, Ἀνθ. Π. 9. 250.
}}
{{bailly
|btext=ής, ές :<br />que charment les sons de la lyre.<br />'''Étymologie:''' [[λύρα]], [[θέλγω]].
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[λυροθελγής]], -ές (Α)<br />αυτός που θέλγεται από το [[άκουσμα]] της λύρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λύρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θελγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θέλγω]]), [[πρβλ]]. <i>παν</i>-<i>θελγής</i>, <i>φρενο</i>-<i>θελγής</i>].
|mltxt=[[λυροθελγής]], -ές (Α)<br />αυτός που θέλγεται από το [[άκουσμα]] της λύρας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λύρα]] <span style="color: red;">+</span> -<i>θελγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[θέλγω]]), [[πρβλ]]. [[πανθελγής]], [[φρενοθελγής]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''λῠροθελγής:''' -ές ([[θέλγω]]), αυτός που θέλγεται από τη [[λύρα]], σε Ανθ.
|lsmtext='''λῠροθελγής:''' -ές ([[θέλγω]]), αυτός που θέλγεται από τη [[λύρα]], σε Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''λῠροθελγής:''' зачарованный звуками лиры Anth.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=λῠρο-θελγής, ές [[θέλγω]]<br />charmed by the [[lyre]], Anth.
|mdlsjtxt=λῠρο-θελγής, ές [[θέλγω]]<br />charmed by the [[lyre]], Anth.
}}
}}

Latest revision as of 09:36, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: λῠροθελγής Medium diacritics: λυροθελγής Low diacritics: λυροθελγής Capitals: ΛΥΡΟΘΕΛΓΗΣ
Transliteration A: lyrothelgḗs Transliteration B: lyrothelgēs Transliteration C: lyrothelgis Beta Code: luroqelgh/s

English (LSJ)

λυροθελγές, charmed by the lyre, AP9.250 (Honest.).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
que charment les sons de la lyre.
Étymologie: λύρα, θέλγω.

German (Pape)

ές, durch Lyraspiel bezaubert, λείψανα πύργων Onest. 6 (IX.250).

Russian (Dvoretsky)

λῠροθελγής: зачарованный звуками лиры Anth.

Greek (Liddell-Scott)

λῠροθελγής: -ές, ὑπὸ τῆς λύρας θελγόμενος, Ἀνθ. Π. 9. 250.

Greek Monolingual

λυροθελγής, -ές (Α)
αυτός που θέλγεται από το άκουσμα της λύρας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < λύρα + -θελγής (< θέλγω), πρβλ. πανθελγής, φρενοθελγής].

Greek Monotonic

λῠροθελγής: -ές (θέλγω), αυτός που θέλγεται από τη λύρα, σε Ανθ.

Middle Liddell

λῠρο-θελγής, ές θέλγω
charmed by the lyre, Anth.