σακκώνυμος: Difference between revisions
From LSJ
Κρίνει φίλους ὁ καιρός, ὡς χρυσὸν τὸ πῦρ → Aurum probatur igne, amicus tempore → Der Zeitpunkt sondert Freunde, wie das Feuer Gold
m (LSJ1 replacement) |
|||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=sakkonymos | |Transliteration C=sakkonymos | ||
|Beta Code=sakkw/numos | |Beta Code=sakkw/numos | ||
|Definition= | |Definition=σακκώνυμον, [[named from a sack]], Sch.Lyc.183. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Latest revision as of 09:41, 25 August 2023
English (LSJ)
σακκώνυμον, named from a sack, Sch.Lyc.183.
Greek (Liddell-Scott)
σακκώνυμος: -ον, ὁ λαβὼν τὸ ὄνομα ἐκ σάκκου, Σχόλ. εἰς Λυκόφρ. 183.
Greek Monolingual
-ον, Α
αυτός του οποίου το όνομα προέρχεται από την λέξη σάκκος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < σάκ(κ)ος + -ώνυμος (< ὄνυμα, αιολ. τ. του ὄνομα), πρβλ. πτερώνυμος].