συνοψίζω: Difference between revisions

From LSJ

Ἔστιν τι κἀν κακοῖσιν ἡδονῆς μέτρον → Voluptas aliqua inest vel infortunio → Es wohnt im Leid auch ein begrenztes Maß an Lust

Menander, Monostichoi, 182
m (Text replacement - "Pass., [[to be" to "Pass., to [[be")
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=synopsizo
|Transliteration C=synopsizo
|Beta Code=sunoyi/zw
|Beta Code=sunoyi/zw
|Definition=<span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">bring into a general view, sum up</b>, <span class="bibl">Herm.<span class="title">in Phdr.</span> p.156A.</span>, <span class="bibl">Simp.<span class="title">in Ph.</span>918.13</span>. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> [[estimate]], PFay.26.13 (ii A.D.):— Pass., to [[be estimated]], πρὸς τὰ ἐγνωσμένα <span class="bibl"><span class="title">PTeb.</span>82.2</span> (ii B.C.), cf. <span class="bibl"><span class="title">Stud.Pal.</span>4p.70</span> (i A.D.); [τὸ χῶμα] συνωψίσθη δεῖσθαι ναυβίων ύ <span class="bibl"><span class="title">POxy.</span>1469.7</span> (iii A.D.).</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> [[bring into a general view]], [[sum up]], Herm.''in Phdr.'' p.156A., Simp.''in Ph.''918.13.<br><span class="bld">2</span> [[estimate]], PFay.26.13 (ii A.D.):—Pass., to [[be estimated]], πρὸς τὰ ἐγνωσμένα ''PTeb.''82.2 (ii B.C.), cf. ''Stud.Pal.''4p.70 (i A.D.); [τὸ χῶμα] συνωψίσθη δεῖσθαι ναυβίων ύ ''[[Oxyrhynchus Papyri|POxy.]]''1469.7 (iii A.D.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 14: Line 14:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=ΝΜΑ [[σύνοψις]]<br />[[εκθέτω]] συνοπτικά, [[συγκεφαλαιώνω]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>συνοψίζομαι</i><br />α) [[συναντώ]] κάποιον<br />β) [[παρουσιάζομαι]] σε κάποιον («ᾐτήσατο τῷ τῶν Χαζαρῶν Χαγάνῳ συνοψισθῆναι», Θεοφάν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[παρουσιάζω]] κάποιον σε κάποιον άλλον<br /><b>2.</b> [[εκτιμώ]] («τὸ [[χῶμα]] ὑπὸ τοῡ... γεωμέτρου συνωψίσθη δεῑσθαι ναυβίων υ'», πάπ.).
|mltxt=ΝΜΑ [[σύνοψις]]<br />[[εκθέτω]] συνοπτικά, [[συγκεφαλαιώνω]]<br /><b>μσν.</b><br /><b>μέσ.</b> <i>συνοψίζομαι</i><br />α) [[συναντώ]] κάποιον<br />β) [[παρουσιάζομαι]] σε κάποιον («ᾐτήσατο τῷ τῶν Χαζαρῶν Χαγάνῳ συνοψισθῆναι», Θεοφάν.)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> [[παρουσιάζω]] κάποιον σε κάποιον άλλον<br /><b>2.</b> [[εκτιμώ]] («τὸ [[χῶμα]] ὑπὸ τοῦ... γεωμέτρου συνωψίσθη δεῖσθαι ναυβίων υ'», πάπ.).
}}
}}

Latest revision as of 10:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνοψίζω Medium diacritics: συνοψίζω Low diacritics: συνοψίζω Capitals: ΣΥΝΟΨΙΖΩ
Transliteration A: synopsízō Transliteration B: synopsizō Transliteration C: synopsizo Beta Code: sunoyi/zw

English (LSJ)

A bring into a general view, sum up, Herm.in Phdr. p.156A., Simp.in Ph.918.13.
2 estimate, PFay.26.13 (ii A.D.):—Pass., to be estimated, πρὸς τὰ ἐγνωσμένα PTeb.82.2 (ii B.C.), cf. Stud.Pal.4p.70 (i A.D.); [τὸ χῶμα] συνωψίσθη δεῖσθαι ναυβίων ύ POxy.1469.7 (iii A.D.).

Greek (Liddell-Scott)

συνοψίζω: φέρω ἐνώπιόν τινος, παρουσιάζω, Μετὰ Θεοφάν. 694, 12., 692, 20. ― Μέσ. συνοψίζομαι, εἰς ὄψιν ἔρχομαι, παρουσιάζομαι, Θεοφ. 509, Στουδ. 1069C· ― συνοψίσαι ὑπὸ μίαν σύνοψιν ἀγαγεῖν, Δίδυμ. Ἀλ. 781C· ἐκθέτω συνοπτικῶς, περιληπτικῶς, συγκεφαλαιῶ, ὅταν τὰ κεφάλαια... τῆς ὑποθέσεως συνοψίσας θεωρήσῃ Ρήτορες (Walz) τ. 6, σελ. 29· ― ἐντεῦθεν συνόψισις καὶ συνοψισμός, Θεόδ. Στουδ. 482C, 339C.

Greek Monolingual

ΝΜΑ σύνοψις
εκθέτω συνοπτικά, συγκεφαλαιώνω
μσν.
μέσ. συνοψίζομαι
α) συναντώ κάποιον
β) παρουσιάζομαι σε κάποιον («ᾐτήσατο τῷ τῶν Χαζαρῶν Χαγάνῳ συνοψισθῆναι», Θεοφάν.)
αρχ.
1. παρουσιάζω κάποιον σε κάποιον άλλον
2. εκτιμώ («τὸ χῶμα ὑπὸ τοῦ... γεωμέτρου συνωψίσθη δεῖσθαι ναυβίων υ'», πάπ.).