ἐχυρότης: Difference between revisions
From LSJ
(6_12) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(9 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=echyrotis | |Transliteration C=echyrotis | ||
|Beta Code=e)xuro/ths | |Beta Code=e)xuro/ths | ||
|Definition=ητος, ἡ, | |Definition=-ητος, ἡ, [[strength]], ἐν οἰκοδομίαις Ph.2.116, cf. 120, 1.478 ([[ἐχ]]- Pap.), 688, J.''AJ''15.11.4. ([[ὀχυρότης]] is a [[varia lectio|v.l.]] and should be preferred in Plb.1.57.6, but for <b class="b3">καὶ ὀχ</b>- ([[varia lectio|v.l.]] [[καὶ ἰσχ]]-) in Ph.1.644 <b class="b3">καὶ ἐχ</b>- should be restored.) | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐχῠρότης''': -ητος, ἡ, [[στερεότης]], καὶ τὴν ἐν οἰκοδομίαις ἐχυρότητα Φίλων 1. 644, διάφ. γραφ. ἀντὶ τοῦ [[ὀχυρότης]], Πολύβ. 1. 57, 6. | |lstext='''ἐχῠρότης''': -ητος, ἡ, [[στερεότης]], καὶ τὴν ἐν οἰκοδομίαις ἐχυρότητα Φίλων 1. 644, διάφ. γραφ. ἀντὶ τοῦ [[ὀχυρότης]], Πολύβ. 1. 57, 6. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[ἐχυρότης]], ἡ (Α) [[εχυρός]]<br />[[στερεότητα]], [[ασφάλεια]] («ἀπρόσιτα διὰ τὴν ἐχυρότητα», <b>Πολ.</b>). | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:39, 25 August 2023
English (LSJ)
-ητος, ἡ, strength, ἐν οἰκοδομίαις Ph.2.116, cf. 120, 1.478 (ἐχ- Pap.), 688, J.AJ15.11.4. (ὀχυρότης is a v.l. and should be preferred in Plb.1.57.6, but for καὶ ὀχ- (v.l. καὶ ἰσχ-) in Ph.1.644 καὶ ἐχ- should be restored.)
German (Pape)
[Seite 1127] ητος, ἡ, Haltbarkeit, Festigkeit, Philo.
Greek (Liddell-Scott)
ἐχῠρότης: -ητος, ἡ, στερεότης, καὶ τὴν ἐν οἰκοδομίαις ἐχυρότητα Φίλων 1. 644, διάφ. γραφ. ἀντὶ τοῦ ὀχυρότης, Πολύβ. 1. 57, 6.
Greek Monolingual
ἐχυρότης, ἡ (Α) εχυρός
στερεότητα, ασφάλεια («ἀπρόσιτα διὰ τὴν ἐχυρότητα», Πολ.).