συγκατεσθίω: Difference between revisions

From LSJ

Ὅστις γὰρ ἐν πολλοῖσιν ὡς ἐγὼ κακοῖς ζῇ, πῶς ὅδ' Οὐχὶ κατθανὼν κέρδος φέρει; → For one who lives amidst such evils as I do, how could it not be best to die?

Sophocles, Antigone, 464-5
m (Text replacement - "<span class="bibl">LXX" to "<span class="bibl">LXX")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=sygkatesthio
|Transliteration C=sygkatesthio
|Beta Code=sugkatesqi/w
|Beta Code=sugkatesqi/w
|Definition=fut. -έδομαι <span class="bibl">Ath.9.386e</span>; also -φάγομαι <span class="bibl">[[LXX]] <span class="title">Is.</span>9.18(17)</span>: pf. -εδήδοκα Plu.2.94a: aor. -έφᾰγον <span class="bibl">Jul. <span class="title">Mis.</span>338c</span>:—[[eat up]], [[devour with]] or [[together]], Plu.l.c., <span class="title">Thes.</span>22, Mnesith. ap.<span class="bibl">Ath.8.357e</span>, etc.; τοῖς ἄρτοις τὰς τρίχας Jul. [[l.c.]]
|Definition=fut. -έδομαι Ath.9.386e; also -φάγομαι [[LXX]] ''Is.''9.18(17): pf. -εδήδοκα Plu.2.94a: aor. -έφᾰγον Jul. ''Mis.''338c:—[[eat up]], [[devour with]] or [[together]], Plu.l.c., ''Thes.''22, Mnesith. ap.Ath.8.357e, etc.; τοῖς ἄρτοις τὰς τρίχας Jul. [[l.c.]]
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=συγ-κατεσθίω samen (met...) opeten, met acc. en dat.
|elnltext=συγ-κατεσθίω samen (met...) opeten, met acc. en dat.
}}
}}
{{elru
{{elru
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''συγκατεσθίω:''' μέλ. <i>-έδομαι</i>, παρακ. <i>-εδήδοκα</i>, αόρ. αʹ <i>κατέφᾰγον</i>· [[κατατρώγω]], [[καταβροχθίζω]] μαζί ή από κοινού με κάποιον, σε Πλούτ.
|lsmtext='''συγκατεσθίω:''' μέλ. <i>-έδομαι</i>, παρακ. <i>-εδήδοκα</i>, αόρ. αʹ <i>κατέφᾰγον</i>· [[κατατρώγω]], [[καταβροχθίζω]] μαζί ή από κοινού με κάποιον, σε Πλούτ.
}}
}}
{{ls
{{ls

Latest revision as of 10:45, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συγκατεσθίω Medium diacritics: συγκατεσθίω Low diacritics: συγκατεσθίω Capitals: ΣΥΓΚΑΤΕΣΘΙΩ
Transliteration A: synkatesthíō Transliteration B: synkatesthiō Transliteration C: sygkatesthio Beta Code: sugkatesqi/w

English (LSJ)

fut. -έδομαι Ath.9.386e; also -φάγομαι LXX Is.9.18(17): pf. -εδήδοκα Plu.2.94a: aor. -έφᾰγον Jul. Mis.338c:—eat up, devour with or together, Plu.l.c., Thes.22, Mnesith. ap.Ath.8.357e, etc.; τοῖς ἄρτοις τὰς τρίχας Jul. l.c.

German (Pape)

[Seite 966] (s. ἐσθίω), mit aufessen, verzehren, Sp.; pert. bei Plut.am. mult. 3; συγκαταφαγεῖν, Thes. 22.

French (Bailly abrégé)

f. συγκατέδομαι, ao.2 συγκατέφαγον, pf. συγκατεδήδοκα;
manger ensemble ou avec, τινι.
Étymologie: σύν, κατεσθίω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συγ-κατεσθίω samen (met...) opeten, met acc. en dat.

Russian (Dvoretsky)

συγκατεσθίω: (inf. aor. 2 συγκαταφαγεῖν) съедать вместе или сообща (ἀλλήλοις Plut.).

Greek Monolingual

μέλλ. συγκατέδομαι και συγκαταφάγομαι, Α κατεσθίω
τρώγω μαζί με κάποιον ή τρώγω πολλά μαζί («συγκαταφάγεται τὰ κύκλῳ τῶν βουτῶν πάντα», ΠΔ).

Greek Monotonic

συγκατεσθίω: μέλ. -έδομαι, παρακ. -εδήδοκα, αόρ. αʹ κατέφᾰγον· κατατρώγω, καταβροχθίζω μαζί ή από κοινού με κάποιον, σε Πλούτ.

Greek (Liddell-Scott)

συγκατεσθίω: μέλλ. -έδομαι, Ἀθήν. 386Ε· πρκμ. -εδήδοκα Πλούτ. 2. 94A· ἀόρ. -έφᾰγον· ― κατεσθίω μετά τινος ἢ ὁμοῦ, Πλούτ. ἔνθ’ ἀνωτ., Θησ. 22, Μνησίθ. παρ’ Ἀθην. 357E, κτλ.· τοῖς ἄρτοις τὰς τρίχας Ἰουλ. 338C.

Middle Liddell

fut. -έδομαι perf. -εδήδοκα aor1 κατέφᾰγον
to eat up, devour with or together, Plut.