μεσοστάτης: Difference between revisions
From LSJ
λόγῳ ἀναλίσκω τὸν χρόνον τῆς ἡμέρας → waste the day in idle talk, consume the duration of the day with talk
(6_19) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(11 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=mesostatis | |Transliteration C=mesostatis | ||
|Beta Code=mesosta/ths | |Beta Code=mesosta/ths | ||
|Definition=[ | |Definition=[ᾰ], ου, ὁ, [[inner]] [[beam]] or [[standard]] in the [[plinth]] of a [[torsion]]-[[engine]], Ph.''Bel.''55.12, Hero ''Bel.''104.9, Apollod.''Poliorc.''165.10, al. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 15: | Line 15: | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''μεσοστάτης''': -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ μέσῳ ἱστάμενος, ὁ [[μεσαῖος]] [[στῦλος]], Ἥρων Βελοπ. σ. 137. | |lstext='''μεσοστάτης''': -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ μέσῳ ἱστάμενος, ὁ [[μεσαῖος]] [[στῦλος]], Ἥρων Βελοπ. σ. 137. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=[[μεσοστάτης]], ὁ (Α)<br />αυτός που στέκεται στο [[μέσο]], ο [[μεσαίος]] [[στύλος]] ή [[παραστάτης]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>μεσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[στάτης]] (<span style="color: red;"><</span> θ. <i>στα</i>- του ([[ἵστημι]], [[πρβλ]]. [[στατός]]), [[πρβλ]]. [[ιεροστάτης]], [[χοροστάτης]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:03, 25 August 2023
English (LSJ)
[ᾰ], ου, ὁ, inner beam or standard in the plinth of a torsion-engine, Ph.Bel.55.12, Hero Bel.104.9, Apollod.Poliorc.165.10, al.
German (Pape)
[Seite 140] ὁ, der in der Mitte steht, Mathem. vett.
Greek (Liddell-Scott)
μεσοστάτης: -ου, ὁ, ὁ ἐν τῷ μέσῳ ἱστάμενος, ὁ μεσαῖος στῦλος, Ἥρων Βελοπ. σ. 137.
Greek Monolingual
μεσοστάτης, ὁ (Α)
αυτός που στέκεται στο μέσο, ο μεσαίος στύλος ή παραστάτης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μεσ(ο)- + -στάτης (< θ. στα- του (ἵστημι, πρβλ. στατός), πρβλ. ιεροστάτης, χοροστάτης].