ὀποπάναξ: Difference between revisions

From LSJ

γεγόναμεν γὰρ πρὸς συνεργίαν ὡς πόδες, ὡς χεῖρες, ὡς βλέφαρα, ὡς οἱ στοῖχοι τῶν ἄνω καὶ κάτω ὀδόντων. τὸ οὖν ἀντιπράσσειν ἀλλήλοις παρὰ φύσιν → we are all made for mutual assistance, as the feet, the hands, and the eyelids, as the rows of the upper and under teeth, from whence it follows that clashing and opposition is perfectly unnatural

Source
m (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s']+), ([\w\s']+)(<\/b>)" to "$2, $3")
m (LSJ1 replacement)
 
(2 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=opopanaks
|Transliteration C=opopanaks
|Beta Code=o)popa/nac
|Beta Code=o)popa/nac
|Definition=[πᾰ], ᾰκος, ὁ, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[gum of Opopanax hispidus]], [[Hercules' woundwort]], Heraclid.Tar. ap. Gal.14.186, Dsc.3.48, Gal.12.94, <span class="bibl"><span class="title">PGrenf.</span>1.52.11</span> (iii A. D.).</span>
|Definition=[πᾰ], ᾰκος, ὁ, [[gum of Opopanax hispidus]], [[Hercules' woundwort]], Heraclid.Tar. ap. Gal.14.186, Dsc.3.48, Gal.12.94, ''PGrenf.''1.52.11 (iii A. D.).
}}
}}
{{pape
{{pape
Line 21: Line 21:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (Α [[ὀποπάναξ]])<br />αγγειόσπερμο δικότυλο [[φυτό]] που, σύμφωνα με τη σημερινή [[ταξινόμηση]], αποτελεί [[γένος]] το οποίο ανήκει στην [[οικογένεια]] [[σκιαδοφόρα]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[οπός]] του [[παραπάνω]] φυτού, ο [[οποίος]] χρησιμοποιείται στην [[αρωματοποιία]] και στη [[φαρμακευτική]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀπός]] «[[χυμός]] φυτού» <span style="color: red;">+</span> [[πάναξ]] «[[είδος]] φυτού». Τη λ. δανείστηκαν οι ξένες γλώσσες, <b>πρβλ.</b> <i>opopanax</i>].
|mltxt=ο (Α [[ὀποπάναξ]])<br />αγγειόσπερμο δικότυλο [[φυτό]] που, σύμφωνα με τη σημερινή [[ταξινόμηση]], αποτελεί [[γένος]] το οποίο ανήκει στην [[οικογένεια]] [[σκιαδοφόρα]]<br /><b>αρχ.</b><br />ο [[οπός]] του [[παραπάνω]] φυτού, ο [[οποίος]] χρησιμοποιείται στην [[αρωματοποιία]] και στη [[φαρμακευτική]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[ὀπός]] «[[χυμός]] φυτού» <span style="color: red;">+</span> [[πάναξ]] «[[είδος]] φυτού». Τη λ. δανείστηκαν οι ξένες γλώσσες, <b>πρβλ.</b> <i>opopanax</i>].
}}
{{elmes
|esmgtx=ὁ [[gomorresina de opopánax]] τοῦ πιπερίου βʹ τρίψας μῖξον μετὰ ὀποπάνακος <b class="b3">tritura dos (granos) de pimienta y mézclalos con opopánax</b> SM 96A 68
}}
}}

Latest revision as of 11:07, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀποπάναξ Medium diacritics: ὀποπάναξ Low diacritics: οποπάναξ Capitals: ΟΠΟΠΑΝΑΞ
Transliteration A: opopánax Transliteration B: opopanax Transliteration C: opopanaks Beta Code: o)popa/nac

English (LSJ)

[πᾰ], ᾰκος, ὁ, gum of Opopanax hispidus, Hercules' woundwort, Heraclid.Tar. ap. Gal.14.186, Dsc.3.48, Gal.12.94, PGrenf.1.52.11 (iii A. D.).

German (Pape)

[Seite 361] ακος, ὁ, der Saft der Pflanze πάναξ, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ὀποπάναξ: -ακος, ὁ, ὁ ὀπὸς τοῦ φυτοῦ πάνακος, Διοσκ. 3. 55.

Spanish

gomorresina de opopánax

Greek Monolingual

ο (Α ὀποπάναξ)
αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, αποτελεί γένος το οποίο ανήκει στην οικογένεια σκιαδοφόρα
αρχ.
ο οπός του παραπάνω φυτού, ο οποίος χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και στη φαρμακευτική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπός «χυμός φυτού» + πάναξ «είδος φυτού». Τη λ. δανείστηκαν οι ξένες γλώσσες, πρβλ. opopanax].

Léxico de magia

gomorresina de opopánax τοῦ πιπερίου βʹ τρίψας μῖξον μετὰ ὀποπάνακος tritura dos (granos) de pimienta y mézclalos con opopánax SM 96A 68