ὀποπάναξ

From LSJ

Ἐκ τῶν γυναικῶν ὄλλυται κόσμος μέγας → Magna ornamenta pereunt propter mulieres → Zum Opfer fällt den Frauen eine Menge Schmuck

Menander, Monostichoi, 181
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀποπάναξ Medium diacritics: ὀποπάναξ Low diacritics: οποπάναξ Capitals: ΟΠΟΠΑΝΑΞ
Transliteration A: opopánax Transliteration B: opopanax Transliteration C: opopanaks Beta Code: o)popa/nac

English (LSJ)

[πᾰ], ᾰκος, ὁ, gum of Opopanax hispidus, Hercules' woundwort, Heraclid.Tar. ap. Gal.14.186, Dsc.3.48, Gal.12.94, PGrenf.1.52.11 (iii A. D.).

German (Pape)

[Seite 361] ακος, ὁ, der Saft der Pflanze πάναξ, Theophr.

Greek (Liddell-Scott)

ὀποπάναξ: -ακος, ὁ, ὁ ὀπὸς τοῦ φυτοῦ πάνακος, Διοσκ. 3. 55.

Spanish

gomorresina de opopánax

Greek Monolingual

ο (Α ὀποπάναξ)
αγγειόσπερμο δικότυλο φυτό που, σύμφωνα με τη σημερινή ταξινόμηση, αποτελεί γένος το οποίο ανήκει στην οικογένεια σκιαδοφόρα
αρχ.
ο οπός του παραπάνω φυτού, ο οποίος χρησιμοποιείται στην αρωματοποιία και στη φαρμακευτική.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὀπός «χυμός φυτού» + πάναξ «είδος φυτού». Τη λ. δανείστηκαν οι ξένες γλώσσες, πρβλ. opopanax].

Léxico de magia

gomorresina de opopánax τοῦ πιπερίου βʹ τρίψας μῖξον μετὰ ὀποπάνακος tritura dos (granos) de pimienta y mézclalos con opopánax SM 96A 68