τερατολογία: Difference between revisions
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(6 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=teratologia | |Transliteration C=teratologia | ||
|Beta Code=teratologi/a | |Beta Code=teratologi/a | ||
|Definition=ἡ, | |Definition=ἡ, [[telling of marvels]], [[marvellous tales]], Isoc 15.285 (pl.), Str.6.2.4, Ph.1.505, Procl.''in Cra.''p.55 P., Ps.-Luc.''Philopatr.''2. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1092.png Seite 1092]] ἡ, Erzählung od. Beschreibung auffallender, wunderbarer Naturerscheinungen, bes. solcher, die man als bedeutungsvolle Vorzeichen betrachtet; τῶν παλαιῶν σοφιστῶν, Isocr. 15, 285; φιλοσόφων, Luc. philop. 2. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1092.png Seite 1092]] ἡ, Erzählung od. Beschreibung auffallender, wunderbarer Naturerscheinungen, bes. solcher, die man als bedeutungsvolle Vorzeichen betrachtet; τῶν παλαιῶν σοφιστῶν, Isocr. 15, 285; φιλοσόφων, Luc. philop. 2. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ας (ἡ) :<br />[[récit de choses extraordinaires]], [[inventions mensongères]], [[hâblerie]].<br />'''Étymologie:''' [[τερατολόγος]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''τερᾰτολογία:''' ἡ [[фантастический рассказ]], [[небылица]] Isocr., Luc. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''τερᾰτολογία''': ἡ, τὸ τερατολογεῖν, τὸ διηγεῖσθαι πράγματα θαυμαστά, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 304, Στράβ. 271, Λουκ. | |lstext='''τερᾰτολογία''': ἡ, τὸ τερατολογεῖν, τὸ διηγεῖσθαι πράγματα θαυμαστά, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 304, Στράβ. 271, Λουκ. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η, ΝΜΑ<br />[[αφήγηση]] ή [[περιγραφή]] παράδοξων, αλλόκοτων πραγμάτων, [[παραδοξολογία]] (α. «λέει [[συνεχώς]] τερατολογίες» β. «τὰς τῶν παλαιῶν σοφιστῶν [[τερατολογίας]] ἀγαπώντας | |mltxt=η, ΝΜΑ<br />[[αφήγηση]] ή [[περιγραφή]] παράδοξων, αλλόκοτων πραγμάτων, [[παραδοξολογία]] (α. «λέει [[συνεχώς]] τερατολογίες» β. «τὰς τῶν παλαιῶν σοφιστῶν [[τερατολογίας]] ἀγαπώντας φιλοσοφεῖν φασιν», Ισοκρ.)<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> <b>βιολ.</b> [[κλάδος]] της αναπτυξιακής βιολογίας ο [[οποίος]] ασχολείται με τη [[μελέτη]] τών αιτίων, την [[ανάπτυξη]], την [[περιγραφή]] και την [[ταξινόμηση]] τών εγγενών διαμαρτιών διάπλασης στα φυτά, στα ζώα και στον άνθρωπο [[καθώς]] και με την πειραματική [[παραγωγή]] τους<br /><b>2.</b> [[πραγματεία]] σχετική με τα τέρατα<br /><b>3.</b> [[χονδροειδής]] [[ψευδολογία]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[περιγραφή]] τεράτων, θεϊκών σημείων δηλωτικών του μέλλοντος («τὰ χάρεια τῶν [[κρεῶν]] σὺν τερατολογίᾳ ἄγουσα», Φιλόστρ.).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[τερατολόγος]]. Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής [[είναι]] αντιδάνεια, <b>πρβλ.</b> αγγλ. <i>teratology</i>]. | ||
}} | }} | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''τερᾰτολογία:''' ἡ, εξιστόρηση παράξενων φαινομένων, [[διήγηση]] θαυμαστών πραγμάτων, σε Ισοκρ., Λουκ. | |lsmtext='''τερᾰτολογία:''' ἡ, εξιστόρηση παράξενων φαινομένων, [[διήγηση]] θαυμαστών πραγμάτων, σε Ισοκρ., Λουκ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=τερᾰτολογία, ἡ,<br />a [[telling]] of marvels, [[marvellous]] tales, Isocr., Luc. [from τερᾰτολόγος] | |mdlsjtxt=τερᾰτολογία, ἡ,<br />a [[telling]] of marvels, [[marvellous]] tales, Isocr., Luc. [from τερᾰτολόγος] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:10, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, telling of marvels, marvellous tales, Isoc 15.285 (pl.), Str.6.2.4, Ph.1.505, Procl.in Cra.p.55 P., Ps.-Luc.Philopatr.2.
German (Pape)
[Seite 1092] ἡ, Erzählung od. Beschreibung auffallender, wunderbarer Naturerscheinungen, bes. solcher, die man als bedeutungsvolle Vorzeichen betrachtet; τῶν παλαιῶν σοφιστῶν, Isocr. 15, 285; φιλοσόφων, Luc. philop. 2.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
récit de choses extraordinaires, inventions mensongères, hâblerie.
Étymologie: τερατολόγος.
Russian (Dvoretsky)
τερᾰτολογία: ἡ фантастический рассказ, небылица Isocr., Luc.
Greek (Liddell-Scott)
τερᾰτολογία: ἡ, τὸ τερατολογεῖν, τὸ διηγεῖσθαι πράγματα θαυμαστά, Ἰσοκρ. π. Ἀντιδ. § 304, Στράβ. 271, Λουκ.
Greek Monolingual
η, ΝΜΑ
αφήγηση ή περιγραφή παράδοξων, αλλόκοτων πραγμάτων, παραδοξολογία (α. «λέει συνεχώς τερατολογίες» β. «τὰς τῶν παλαιῶν σοφιστῶν τερατολογίας ἀγαπώντας φιλοσοφεῖν φασιν», Ισοκρ.)
νεοελλ.
1. βιολ. κλάδος της αναπτυξιακής βιολογίας ο οποίος ασχολείται με τη μελέτη τών αιτίων, την ανάπτυξη, την περιγραφή και την ταξινόμηση τών εγγενών διαμαρτιών διάπλασης στα φυτά, στα ζώα και στον άνθρωπο καθώς και με την πειραματική παραγωγή τους
2. πραγματεία σχετική με τα τέρατα
3. χονδροειδής ψευδολογία
αρχ.
περιγραφή τεράτων, θεϊκών σημείων δηλωτικών του μέλλοντος («τὰ χάρεια τῶν κρεῶν σὺν τερατολογίᾳ ἄγουσα», Φιλόστρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < τερατολόγος. Η λ. ως επιστημον. όρος της Νέας Ελληνικής είναι αντιδάνεια, πρβλ. αγγλ. teratology].
Greek Monotonic
τερᾰτολογία: ἡ, εξιστόρηση παράξενων φαινομένων, διήγηση θαυμαστών πραγμάτων, σε Ισοκρ., Λουκ.
Middle Liddell
τερᾰτολογία, ἡ,
a telling of marvels, marvellous tales, Isocr., Luc. [from τερᾰτολόγος]