ὀλοφυγγών: Difference between revisions

From LSJ

ὁ αὐτὸς ἔφησε τὸν μὲν ὕπνον ὀλιγοχρόνιον θάνατον, τὸν δὲ θάνατον πολυχρόνιον ὕπνονPlato said that sleep was a short-lived death but death was a long-lived sleep

Source
(3b)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=olofyggon
|Transliteration C=olofyggon
|Beta Code=o)lofuggw/n
|Beta Code=o)lofuggw/n
|Definition=όνος, ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> = [[ὀλοφλυκτίς]], <span class="bibl">Theoc.9.30</span> (v.l. [[-φυγδών]] as in Hsch.).</span>
|Definition=-όνος, ἡ, = [[ὀλοφλυκτίς]], Theoc.9.30 ([[varia lectio|v.l.]] [[ὀλοφυγδών]] as in [[Hesychius Lexicographus|Hsch.]]).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''ὀλοφυγγών:''' v. l. [[ὀλοφυγδών]], όνος ἡ волдырь, прыщ Theocr.
|elrutext='''ὀλοφυγγών:''' [[varia lectio|v.l.]] [[ὀλοφυγδών]], όνος ἡ [[волдырь]], [[прыщ]] Theocr.
}}
}}

Latest revision as of 11:19, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀλοφυγγών Medium diacritics: ὀλοφυγγών Low diacritics: ολοφυγγών Capitals: ΟΛΟΦΥΓΓΩΝ
Transliteration A: olophyngṓn Transliteration B: olophyngōn Transliteration C: olofyggon Beta Code: o)lofuggw/n

English (LSJ)

-όνος, ἡ, = ὀλοφλυκτίς, Theoc.9.30 (v.l. ὀλοφυγδών as in Hsch.).

Greek Monolingual

ὀλοφυγγών και, κατά δ. γρφ. «ὀλοφυγδών, -όνος, ἡ (Α)
φλύκταινα, φουσκάλα, φουσκαλίδα, ιδίως της γλώσσας («μήπω ἐπὶ γλώσσας ἄκρας ὀλοφυγγόνα φύσω», Θεόκρ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Παρλλ. εκφραστικοί τ. της λ. ὀλοφλυκτίς / ὀλοφυκτίς. Ο τ. ὀλοφυγδών έχει σχηματιστεί πιθ. με την κατάλ. τών λ. πρη-δών «φλόγωση, πρήξιμο» και πυθε-δών, «σάπισμα» που έχουν ανάλογη σημ. Ο καλύτερα μαρτυρημένος τ. είναι το ὀλοφυγγών, του οποίου όμως η κατάλ. είναι δυσερμήνευτη].

Greek Monotonic

ὀλοφυγγών: -όνος, ἡ, = ὀλοφλυκτίς, σε Θεόκρ.

Russian (Dvoretsky)

ὀλοφυγγών: v.l. ὀλοφυγδών, όνος ἡ волдырь, прыщ Theocr.