λοχαγέτας: Difference between revisions
From LSJ
Χειμὼν κατ' οἴκους ἐστὶν ἀνδράσιν γυνή → Mulier marito saeva tempestas domi → Als ein Gewitter tobt im Haus dem Mann die Frau
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=lochagetas | |Transliteration C=lochagetas | ||
|Beta Code=loxage/tas | |Beta Code=loxage/tas | ||
|Definition=α, ὁ, Dor. for [[λοχηγέτης]] (which is not found), | |Definition=α, ὁ, Dor. for [[λοχηγέτης]] (which is not found), = [[λοχαγός]], A.''Th.''42, E.''Ph.''[974], ''Supp.''502. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[λοχαγέτας]], ὁ (Α) (δωρ. τ. [[αντί]] του άχρ. [[λοχηγέτης]]) [[λοχαγός]] («ἄνδρες γὰρ ἑπτὰ θούριοι λοχαγέται, | |mltxt=[[λοχαγέτας]], ὁ (Α) (δωρ. τ. [[αντί]] του άχρ. [[λοχηγέτης]]) [[λοχαγός]] («ἄνδρες γὰρ ἑπτὰ θούριοι λοχαγέται, ταυροσφαγοῦν | ||
τες ἐς μελάνδετον [[σάκος]]», <b>Αισχύλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[λόχος]] «στρατιωτικό [[σώμα]]» <span style="color: red;">+</span> -<i>ᾱγέτᾱς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἡγέτης]] <span style="color: red;"><</span> <i>ἡγοῦμαι</i>), [[πρβλ]]. [[αρχαγέτας]], [[λαγέτας]]]. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 11:23, 25 August 2023
English (LSJ)
α, ὁ, Dor. for λοχηγέτης (which is not found), = λοχαγός, A.Th.42, E.Ph.[974], Supp.502.
Greek Monolingual
λοχαγέτας, ὁ (Α) (δωρ. τ. αντί του άχρ. λοχηγέτης) λοχαγός («ἄνδρες γὰρ ἑπτὰ θούριοι λοχαγέται, ταυροσφαγοῦν
τες ἐς μελάνδετον σάκος», Αισχύλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λόχος «στρατιωτικό σώμα» + -ᾱγέτᾱς (< ἡγέτης < ἡγοῦμαι), πρβλ. αρχαγέτας, λαγέτας].