χειρωνάκτης: Difference between revisions
From LSJ
m (Text replacement - " f.l." to " f.l.") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=cheironaktis | |Transliteration C=cheironaktis | ||
|Beta Code=xeirwna/kths | |Beta Code=xeirwna/kths | ||
|Definition= | |Definition=χειρωνάκτου, ὁ, = [[χειρῶναξ]], Zonar.: -ακτέων (gen. pl.) is [[falsa lectio|f.l.]] in Hp. ''Acut.''44. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:24, 25 August 2023
English (LSJ)
χειρωνάκτου, ὁ, = χειρῶναξ, Zonar.: -ακτέων (gen. pl.) is f.l. in Hp. Acut.44.
German (Pape)
[Seite 1348] ὁ, seltenere Form für χειρῶναξ, Hippocr. Davon
Greek (Liddell-Scott)
χειρωνάκτης: -ου, ὁ, σπανιώτερος τύπος τοῦ χειρῶναξ, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 384, 391, Διονύσ. Ἁλ. 6. 51· πρβλ. Λοβέκ. Παραλ. 181· - Ρῆμ. -κτέω, Σχόλ. εἰς Ἰλ. Η. 435.
Greek Monolingual
ὁ, Α
ο χειρώνακτας.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άλλος τ. του χειρῶναξ, -ακτος, σχηματισμένος κατά τη θεματική κλίση].