ἄκτιος: Difference between revisions
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})(\n{{.*}})(\n{{elnl.*}})" to "$5$3$1$2$4") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=aktios | |Transliteration C=aktios | ||
|Beta Code=a)/ktios | |Beta Code=a)/ktios | ||
|Definition= | |Definition=ἄκτιον, ([[ἀκτή]] α) [[of the sea-shore]], of Pan as god of the coast, Theoc.5.14; of [[Apollo]], A.R.1.404. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ος, ον :<br />du littoral.<br />'''Étymologie:''' [[ἀκτή]]². | |btext=ος, ον :<br />[[du littoral]].<br />'''Étymologie:''' [[ἀκτή]]². | ||
}} | }} | ||
{{elnl | {{elnl |
Latest revision as of 11:24, 25 August 2023
English (LSJ)
ἄκτιον, (ἀκτή α) of the sea-shore, of Pan as god of the coast, Theoc.5.14; of Apollo, A.R.1.404.
German (Pape)
[Seite 86] ον, am Gestade (ἀκτή); Πάν, Küstenbeschützer, Theocr. 5, 14; Apollo, Ap. Rh. 1, 402; – τὸ ἄκτιον, die Küste, Ael. H. A. 13, 28.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
du littoral.
Étymologie: ἀκτή².
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
ἄκτιος -α -ον [2. ἀκτή die hoort bij de kust, kust-.
Russian (Dvoretsky)
ἄκτιος: прибрежный, береговой (эпитет Пана) Theocr.
Greek (Liddell-Scott)
ἄκτιος: -ον, (ἀκτὴ) ἀνήκων ἢ εὑρισκόμενος εἰς τὴν παραλίαν, ἐπίθ. τοῦ Πανὸς ὡς θεοῦ τῆς παραλίας, Θεόκρ. 5. 14· τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἀπολλ. Ρόδ. 1. 402· πρβλ. ἁλίπλαγκτος, λιμενίτης.
Greek Monolingual
ἄκτιος, -ον (Α) ἀκτή
1. αυτός που ανήκει ή βρίσκεται στην παραλία, ο ακταίος (κυρίως επίθ. του Πανός ως θεού της παραλίας)
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ ἄκτιον.
Greek Monotonic
ἄκτιος: -ον (ἀκτή), αυτός που ζει στην ακροθαλασσιά, συχνάζει στην παραλία, λέγεται για τον θεό Πάνα, σε Θεόκρ.