ἐξαγορεία: Difference between revisions
τὸ πολὺ τοῦ βίου ἐν δικαστηρίοις φεύγων τε καὶ διώκων κατατρίβομαι → waste the greater part of one's life in courts either as plaintiff or defendant
(12) |
m (LSJ1 replacement) |
||
(11 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=eksagoreia | |Transliteration C=eksagoreia | ||
|Beta Code=e)cagorei/a | |Beta Code=e)cagorei/a | ||
|Definition=or | |Definition=or [[ἐξαγορία]], ἡ, [[excantation]] of [[disease]], [[cure by confession]], Ptol.''Tetr.''170. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=-ας, ἡ<br /><b class="num">• Alolema(s):</b> [[ἐξαγορία]] [[LXX]] <i>Psalm.Salom</i>.9.6, Ptol.<i>Tetr</i>.3.13.19<br />[[confesión]] pública como remisión de los pecados καθαριεῖς ἐν ἁμαρτίαις ψυχὴν ... ἐν ἐξαγορίαις [[LXX]] [[l.c.]], cf. Cyr.Al.M.77.1288C, para tratamiento de enfermedades, Ptol.l.c., como síntoma de enfermedad psíquica κατὰ ... τὰς τῶν ὑγρῶν ὀχλήσεις ... ἐξαγορείαις en las molestias hidrópicas (del cerebro se producen posesiones demónicas y) confesiones</i> Ptol.<i>Tetr</i>.3.15.5, θεοφορίαι καὶ ἐξαγορείαι Ptol.<i>Tetr</i>.3.15.6. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐξαγορεία''': ἡ, = [[ἐξαγόρευσις]] ΙΙ, Γεωργ. Παχυμ. Ἀνδρ. Παλ. 2. 10, σ. 89C. | |lstext='''ἐξαγορεία''': ἡ, = [[ἐξαγόρευσις]] ΙΙ, Γεωργ. Παχυμ. Ἀνδρ. Παλ. 2. 10, σ. 89C. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=[[ἐξαγορεία]], η (AM) [[εξαγορεύω]]<br />η [[εκμυστήρευση]], η [[αποκάλυψη]] μυστικών υπό [[εχεμύθεια]]<br /><b>μσν.</b><br />η [[εξομολόγηση]] ως [[μυστήριο]]. | |mltxt=[[ἐξαγορεία]], η (AM) [[εξαγορεύω]]<br />η [[εκμυστήρευση]], η [[αποκάλυψη]] μυστικών υπό [[εχεμύθεια]]<br /><b>μσν.</b><br />η [[εξομολόγηση]] ως [[μυστήριο]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:31, 25 August 2023
English (LSJ)
or ἐξαγορία, ἡ, excantation of disease, cure by confession, Ptol.Tetr.170.
Spanish (DGE)
-ας, ἡ
• Alolema(s): ἐξαγορία LXX Psalm.Salom.9.6, Ptol.Tetr.3.13.19
confesión pública como remisión de los pecados καθαριεῖς ἐν ἁμαρτίαις ψυχὴν ... ἐν ἐξαγορίαις LXX l.c., cf. Cyr.Al.M.77.1288C, para tratamiento de enfermedades, Ptol.l.c., como síntoma de enfermedad psíquica κατὰ ... τὰς τῶν ὑγρῶν ὀχλήσεις ... ἐξαγορείαις en las molestias hidrópicas (del cerebro se producen posesiones demónicas y) confesiones Ptol.Tetr.3.15.5, θεοφορίαι καὶ ἐξαγορείαι Ptol.Tetr.3.15.6.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαγορεία: ἡ, = ἐξαγόρευσις ΙΙ, Γεωργ. Παχυμ. Ἀνδρ. Παλ. 2. 10, σ. 89C.
Greek Monolingual
ἐξαγορεία, η (AM) εξαγορεύω
η εκμυστήρευση, η αποκάλυψη μυστικών υπό εχεμύθεια
μσν.
η εξομολόγηση ως μυστήριο.