προμηνυτής: Difference between revisions
From LSJ
Ἃ δέ σοι συνεχῶς παρήγγελλον, ταῦτα καὶ πρᾶττε καὶ μελέτα, στοιχεῖα τοῦ καλῶς ζῆν ταῦτ' εἶναι διαλαμβάνων (Epicurus, Letter to Menoeceus 123.2) → Carry on and practice the things I incessantly used to urge you to do, realizing that they are the essentials of a good life.
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(3 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=prominytis | |Transliteration C=prominytis | ||
|Beta Code=promhnuth/s | |Beta Code=promhnuth/s | ||
|Definition= | |Definition=προμηνυτοῦ, ὁ, [[one who gives information in advance]], Vett.Val.173.19. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=ὁ, θηλ. [[προμηνύτρια]], Α [[προμηνύω]]<br /><b>1.</b> (<b>το αρσ.</b>) αυτός που παρέχει πληροφορίες προκαταβολικά<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> α) αυτή που προαναγγέλλει [[κάτι]]<br />β) η [[προδότρια]]. | |mltxt=ὁ, θηλ. [[προμηνύτρια]], Α [[προμηνύω]]<br /><b>1.</b> (<b>το αρσ.</b>) αυτός που παρέχει πληροφορίες προκαταβολικά<br /><b>2.</b> <b>το θηλ.</b> α) αυτή που προαναγγέλλει [[κάτι]]<br />β) η [[προδότρια]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 11:47, 25 August 2023
English (LSJ)
προμηνυτοῦ, ὁ, one who gives information in advance, Vett.Val.173.19.
Greek Monolingual
ὁ, θηλ. προμηνύτρια, Α προμηνύω
1. (το αρσ.) αυτός που παρέχει πληροφορίες προκαταβολικά
2. το θηλ. α) αυτή που προαναγγέλλει κάτι
β) η προδότρια.