κονυζίτης: Difference between revisions
From LSJ
Δεινότερον οὐδὲν ἄλλο μητρυιᾶς κακόν → Nulla est noverca pestis exitalior → Kein schlimmres Übel gibt's als eine Stiefmutter
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=konyzitis | |Transliteration C=konyzitis | ||
|Beta Code=konuzi/ths | |Beta Code=konuzi/ths | ||
|Definition=[ | |Definition=[ῑ] οἶνος, ὁ, wine [[flavoured with]] [[κόνυζα]], Dsc.5.53, ''Gp.''8.10. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 11:49, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῑ] οἶνος, ὁ, wine flavoured with κόνυζα, Dsc.5.53, Gp.8.10.
German (Pape)
[Seite 1482] ὁ, οἶνος, mit κόνυζα abgezogener Wein, Diosc.
Greek (Liddell-Scott)
κονυζίτης: οἶνος, ὁ, οἶνος παρεσκευασμένος μὲ κόνυζαν, Διοσκ. 5. 63.
Greek Monolingual
κονυζίτης, ὁ (ΑM)
(για οίνο) αυτός που έχει παρασκευαστεί από κόνυζα, αυτός που περιέχει κόνυζα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κόνυζα + κατάλ. -ίτης (πρβλ. θαλασσίτης, ρητινίτης)].