ἀντισήκωσις: Difference between revisions

From LSJ

πρὸς υἱὸν ὀργὴν οὐκ ἔχει χρηστὸς πατήρ → The good father does not hold anger towards his son (Chaeremon, fragment 35)

Source
m (LSJ1 replacement)
m (LSJ1 replacement)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=antisikosis
|Transliteration C=antisikosis
|Beta Code=a)ntish/kwsis
|Beta Code=a)ntish/kwsis
|Definition=-εως, Ion. [[ιος]], ἡ, = [[ἀντισήκωμα]] ([[equipoise]], [[compensation]]), ἀ. γίνεται Hdt. 4.50 ; [[equivalence]], Plot. 1.4.14.
|Definition=-εως, Ion. [[ιος]], ἡ, = [[ἀντισήκωμα]] ([[equipoise]], [[compensation]]), ἀ. γίνεται [[Herodotus|Hdt.]] 4.50 ; [[equivalence]], Plot. 1.4.14.
}}
}}
{{DGE
{{DGE

Revision as of 12:07, 4 September 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντισήκωσις Medium diacritics: ἀντισήκωσις Low diacritics: αντισήκωσις Capitals: ΑΝΤΙΣΗΚΩΣΙΣ
Transliteration A: antisḗkōsis Transliteration B: antisēkōsis Transliteration C: antisikosis Beta Code: a)ntish/kwsis

English (LSJ)

-εως, Ion. ιος, ἡ, = ἀντισήκωμα (equipoise, compensation), ἀ. γίνεται Hdt. 4.50 ; equivalence, Plot. 1.4.14.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 compensación ἀ. γίνεται Hdt.4.50.
2 movimiento en sentido contrario ἀντισηκώσεως δὲ οἷον ἐπὶ θάτερα πρὸς τὰ ἄριστα γενομένης Plot.1.4.14.

French (Bailly abrégé)

εως, ion. ιος (ἡ) :
contrepoids, compensation.
Étymologie: ἀντισηκόω.

German (Pape)

ἡ, Herstellung des Gleichgewichts, Vergeltung, Her. 4.50; Eust. ad Od. 9.227 = ἀντιστάθμησις.

Russian (Dvoretsky)

ἀντισήκωσις: εως ἡ уравновешивание: ἀ. γίνεται Her. устанавливается равновесие.

Greek (Liddell-Scott)

ἀντισήκωσις: -εως, Ἰων. -ιος, ἡ, ἀντιστάθμησις, ἀντισήκωσις γίνεται Ἡρόδ. 4. 50, Δωρ. -σάκωσις, ἀποζημίωσις, ἀποτισάτω διπλασίαν ἀντισάκωσιν τῇ πόλει Ἐπιγρ. Βοιωτ. 3. 4 (Keil).

Greek Monolingual

ἀντισήκωσις, η (Α) αντισηκώ
αποκατάσταση ισορροπίας, αντιστάθμισμα.

Greek Monotonic

ἀντισήκωσις: -εως, Ιων. -ιος, , ισορροπία, αντίβαρο, αντιστάθμισμα, σε Ηρόδ.

Middle Liddell

[from ἀντισηκόω
equipoise, compensation, Hdt.