Ερμής: Difference between revisions

From LSJ

Δεῖ τοὺς μὲν εἶναι δυστυχεῖς, τοὺς δ' εὐτυχεῖς → Aliis necesse est bene sit, aliis sit male → Die einen trifft das Unglück, andere das Glück

Menander, Monostichoi, 125
(14)
 
mNo edit summary
 
(3 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=ο (AM [[Ἑρμῆς]] και επικ. τ. Ἑρμείας και Ἑρμείης)<br /><b>1.</b> ο [[γιος]] του [[Διός]] και της Μαίας, [[αγγελιαφόρος]] τών θεών, και [[ιδίως]] του Δία, και [[ψυχοπομπός]]<br /><b>2.</b> μεταγενέστερα και [[θεός]] του εμπορίου και τών γραμμάτων («[[κερδῷος]], [[λόγιος]] [[Ἑρμῆς]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>παροιμ.</b> α) «Ἑρμῆν [[ἕλκω]]» — [[πίνω]] το τελευταίο [[ποτήρι]], που πινόταν [[προς]] τιμήν του Ερμή<br />[[επομένως]] [[καταβάλλω]] την έσχατη [[προσπάθεια]]<br />β) «[[κοινός]] [[Ἑρμῆς]]» — κοινό το [[εύρημα]], μισά-μισά<br />γ) «[[Ἑρμῆς]] ἐπεισελήλυθε» — λεγόταν όταν έπαυε [[ξαφνικά]] η [[συζήτηση]], ανάλογο [[προς]] το νεοελλ. «[[μουγγός]] γεννιέται» <br />δ) «τὸ τοῡ Ἑρμοῡ ραβδίον» — για [[καθετί]] που φέρνει [[τύχη]], πλούτο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ὁ τοῡ Ἑρμοῡ [[ἀστήρ]]» — ο [[πλανήτης]] [[Ερμής]]<br />β) «Ἑρμοῡ [[βοτάνιον]]» ή «Ἑρμοῡ πόα» — το [[φυτό]] [[λινόζωστις]]<br />γ) «Ἑρμοῡ ἠμέρα» — η τετάρτη [[μέρα]] της εβδομάδας<br /><b>3.</b> [[πίτα]] που είχε το [[σχήμα]] κηρυκείου του Ερμή<br /><b>4.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>αἱ ἑρμαῑ</i><br />τετράγωνες λίθινες στήλες που η [[κορυφή]] τους κατέληγε σε [[προτομή]] του Ερμή και χρησιμοποιούνταν ως οδοδείκτες.
|mltxt=ο (AM [[Ἑρμῆς]] και επικ. τ. [[Ἑρμείας]] και [[Ἑρμείης]])<br /><b>1.</b> ο [[γιος]] του [[Διός]] και της Μαίας, [[αγγελιαφόρος]] τών θεών, και [[ιδίως]] του Δία, και [[ψυχοπομπός]]<br /><b>2.</b> μεταγενέστερα και [[θεός]] του εμπορίου και τών γραμμάτων («[[κερδῷος]], [[λόγιος]] [[Ἑρμῆς]]»)<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>παροιμ.</b> α) «Ἑρμῆν [[ἕλκω]]» — [[πίνω]] το τελευταίο [[ποτήρι]], που πινόταν [[προς]] τιμήν του Ερμή<br />[[επομένως]] [[καταβάλλω]] την έσχατη [[προσπάθεια]]<br />β) «[[κοινός]] [[Ἑρμῆς]]» — κοινό το [[εύρημα]], μισά-μισά<br />γ) «[[Ἑρμῆς]] ἐπεισελήλυθε» — λεγόταν όταν έπαυε [[ξαφνικά]] η [[συζήτηση]], ανάλογο [[προς]] το νεοελλ. «[[μουγγός]] γεννιέται» <br />δ) «τὸ τοῦ Ἑρμοῦ ραβδίον» — για [[καθετί]] που φέρνει [[τύχη]], πλούτο<br /><b>2.</b> <b>φρ.</b> α) «ὁ τοῦ Ἑρμοῦ [[ἀστήρ]]» — ο [[πλανήτης]] [[Ερμής]]<br />β) «Ἑρμοῦ [[βοτάνιον]]» ή «Ἑρμοῦ πόα» — το [[φυτό]] [[λινόζωστις]]<br />γ) «Ἑρμοῦ ἠμέρα» — η τετάρτη [[μέρα]] της εβδομάδας<br /><b>3.</b> [[πίτα]] που είχε το [[σχήμα]] κηρυκείου του Ερμή<br /><b>4.</b> <b>συν. στον πληθ.</b> <i>αἱ ἑρμαῖ</i><br />τετράγωνες λίθινες στήλες που η [[κορυφή]] τους κατέληγε σε [[προτομή]] του Ερμή και χρησιμοποιούνταν ως οδοδείκτες.
}}
{{trml
|trtx====[[Hermes]]===
Armenian: Հերմես; Old Armenian: Հերմէս; Catalan: Hermes; Chinese Mandarin: 赫尔墨斯; Coptic: ⲉⲣⲙⲏⲥ; Czech: Hermes, Hermés; Danish: Hermes; Dutch: [[Hermes]]; Esperanto: Hermeso; Finnish: Hermes; French: [[Hermès]]; Galician: Hermes; Greek: [[Ερμής]]; Ancient Greek: [[Ἑρμῆς]]; Mycenaean: 𐀁𐀔𐁀; Hungarian: Hermész; Irish: Heirméas; Italian: [[Ermes]], [[Hermes]], [[Ermete]], [[Erme]]; Japanese: ヘルメース; Korean: 헤르메스; Latin: [[Hermes]]; Latvian: Hermejs; Lithuanian: Hermis; Marathi: हर्मीझ; Occitan: Ermès; Old Church Slavonic: Ермисъ; Persian: هرمس; Polish: Hermes; Portuguese: [[Hermes]]; Romanian: Hermes; Russian: [[Гермес]]; Slovene: Hermes; Spanish: [[Hermes]]; Swahili: Herme; Swedish: Hermes; Ukrainian: Гермес; Wolof: Ermes
 
af: Hermes; als: Hermes; an: Hermes; ar: هرمس; arz: هيرميس; ast: Hermes; as: হাৰ্মিচ; az: Hermes; bar: Hermes; ba: Гермес; be_x_old: Гермэс; be: Гермес; bg: Хермес; bn: হার্মিস; br: Hermes; bs: Hermes; ca: Hermes; chr: ᎭᎹᏏ; cs: Hermés; da: Hermes; de: [[Hermes]]; diq: Hermes; el: [[Ερμής]]; en: [[Hermes]]; eo: Hermeso; es: [[Hermes]]; et: Hermes; eu: Hermes; fa: هرمس; fi: Hermes; fr: [[Hermès]]; ga: Heirméas; gl: Hermes; he: הרמס; hi: हरमीस; hr: Hermes; hu: Hermész; hy: Հերմես; hyw: Հերմէս; ia: Hermes; id: Hermes; io: Hermes; is: Hermes; it: [[Ermes]]; ja: ヘルメース; jv: Hermes; ka: ჰერმესი; kk: Гермес; ko: 헤르메스; ku: Hermês; ky: Гермес; la: [[Hermes]]; lb: Hermes; lo: ເອນມີດ; lt: Hermis; lv: Hermejs; mk: Хермес; ml: ഹെർമീസ്; mni: ꯍꯔꯃꯤꯁ; mr: हर्मीस; ms: Hermes; my: ဟားမီးဇ်; nds: Hermes; nl: [[Hermes]]; nn: Hermes; no: Hermes; oc: Ermès; pa: ਹਰਮੀ; pl: Hermes; ps: هېرمېز; pt: [[Hermes]]; ro: Hermes; ru: [[Гермес]]; sh: Hermes; simple: Hermes; sk: Hermes; sl: Hermes; sq: Hermesi; sr: Хермес; sv: Hermes; sw: Herme; ta: எர்மெசு; tg: Ҳермес; th: เฮอร์มีส; tl: Hermes; tr: Hermes; tt: Hermes; uk: Гермес; uz: Germes; vep: Germes; vi: Hermes; vls: Hermes; war: Hermes; wuu: 赫耳墨斯; zh_min_nan: Hermes; zh_yue: 赫密士; zh: 赫耳墨斯
}}
}}

Latest revision as of 13:00, 21 March 2024

Greek Monolingual

ο (AM Ἑρμῆς και επικ. τ. Ἑρμείας και Ἑρμείης)
1. ο γιος του Διός και της Μαίας, αγγελιαφόρος τών θεών, και ιδίως του Δία, και ψυχοπομπός
2. μεταγενέστερα και θεός του εμπορίου και τών γραμμάτων («κερδῷος, λόγιος Ἑρμῆς»)
αρχ.
1. παροιμ. α) «Ἑρμῆν ἕλκω» — πίνω το τελευταίο ποτήρι, που πινόταν προς τιμήν του Ερμή
επομένως καταβάλλω την έσχατη προσπάθεια
β) «κοινός Ἑρμῆς» — κοινό το εύρημα, μισά-μισά
γ) «Ἑρμῆς ἐπεισελήλυθε» — λεγόταν όταν έπαυε ξαφνικά η συζήτηση, ανάλογο προς το νεοελλ. «μουγγός γεννιέται»
δ) «τὸ τοῦ Ἑρμοῦ ραβδίον» — για καθετί που φέρνει τύχη, πλούτο
2. φρ. α) «ὁ τοῦ Ἑρμοῦ ἀστήρ» — ο πλανήτης Ερμής
β) «Ἑρμοῦ βοτάνιον» ή «Ἑρμοῦ πόα» — το φυτό λινόζωστις
γ) «Ἑρμοῦ ἠμέρα» — η τετάρτη μέρα της εβδομάδας
3. πίτα που είχε το σχήμα κηρυκείου του Ερμή
4. συν. στον πληθ. αἱ ἑρμαῖ
τετράγωνες λίθινες στήλες που η κορυφή τους κατέληγε σε προτομή του Ερμή και χρησιμοποιούνταν ως οδοδείκτες.

Translations

Hermes

Armenian: Հերմես; Old Armenian: Հերմէս; Catalan: Hermes; Chinese Mandarin: 赫尔墨斯; Coptic: ⲉⲣⲙⲏⲥ; Czech: Hermes, Hermés; Danish: Hermes; Dutch: Hermes; Esperanto: Hermeso; Finnish: Hermes; French: Hermès; Galician: Hermes; Greek: Ερμής; Ancient Greek: Ἑρμῆς; Mycenaean: 𐀁𐀔𐁀; Hungarian: Hermész; Irish: Heirméas; Italian: Ermes, Hermes, Ermete, Erme; Japanese: ヘルメース; Korean: 헤르메스; Latin: Hermes; Latvian: Hermejs; Lithuanian: Hermis; Marathi: हर्मीझ; Occitan: Ermès; Old Church Slavonic: Ермисъ; Persian: هرمس; Polish: Hermes; Portuguese: Hermes; Romanian: Hermes; Russian: Гермес; Slovene: Hermes; Spanish: Hermes; Swahili: Herme; Swedish: Hermes; Ukrainian: Гермес; Wolof: Ermes

af: Hermes; als: Hermes; an: Hermes; ar: هرمس; arz: هيرميس; ast: Hermes; as: হাৰ্মিচ; az: Hermes; bar: Hermes; ba: Гермес; be_x_old: Гермэс; be: Гермес; bg: Хермес; bn: হার্মিস; br: Hermes; bs: Hermes; ca: Hermes; chr: ᎭᎹᏏ; cs: Hermés; da: Hermes; de: Hermes; diq: Hermes; el: Ερμής; en: Hermes; eo: Hermeso; es: Hermes; et: Hermes; eu: Hermes; fa: هرمس; fi: Hermes; fr: Hermès; ga: Heirméas; gl: Hermes; he: הרמס; hi: हरमीस; hr: Hermes; hu: Hermész; hy: Հերմես; hyw: Հերմէս; ia: Hermes; id: Hermes; io: Hermes; is: Hermes; it: Ermes; ja: ヘルメース; jv: Hermes; ka: ჰერმესი; kk: Гермес; ko: 헤르메스; ku: Hermês; ky: Гермес; la: Hermes; lb: Hermes; lo: ເອນມີດ; lt: Hermis; lv: Hermejs; mk: Хермес; ml: ഹെർമീസ്; mni: ꯍꯔꯃꯤꯁ; mr: हर्मीस; ms: Hermes; my: ဟားမီးဇ်; nds: Hermes; nl: Hermes; nn: Hermes; no: Hermes; oc: Ermès; pa: ਹਰਮੀ; pl: Hermes; ps: هېرمېز; pt: Hermes; ro: Hermes; ru: Гермес; sh: Hermes; simple: Hermes; sk: Hermes; sl: Hermes; sq: Hermesi; sr: Хермес; sv: Hermes; sw: Herme; ta: எர்மெசு; tg: Ҳермес; th: เฮอร์มีส; tl: Hermes; tr: Hermes; tt: Hermes; uk: Гермес; uz: Germes; vep: Germes; vi: Hermes; vls: Hermes; war: Hermes; wuu: 赫耳墨斯; zh_min_nan: Hermes; zh_yue: 赫密士; zh: 赫耳墨斯